Ημερομηνία: 21/02/2013
Συγγραφέας: left.gr
Η ομιλία του Προέδρου της Κ.Ο του ΣΥΡΙΖΑ - ΕΚΜ στη συνεδρίαση της Επιτροπής εργασίας σχετικά με τις αλλαγές στο κράτος και το πολιτικό σύστημα Την πρωτοβουλία αυτή την ανέλαβε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ και ο Πρόεδρος της Αλέξης Τσίπρας, με στόχο τη διατύπωση ενός συνολικού σχεδίου αλλαγών σε ολόκληρο το θεσμικό φάσμα. Δείτε την ομιλία σε βίντεο (σχεδόν από την έναρξή της):
Όπως υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας στην ομιλία που εκφώνησε για τη συγκρότηση επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με τις αλλαγές στο κράτος και το πολιτικό σύστημα, "τα τελευταία τρία χρόνια του Μνημονίου, δεδομένης της έκτακτης και ειδικής νομοθεσίας που έχει επιβάλει το «μνημονιακό παρασύνταγμα», έχει καταπατηθεί σχεδόν κάθε έννομη τάξη". Παράλληλα, ο επεσήμανε πως η κυβέρνηση έχει μια θεσμική ατζέντα και αυτή καθορίζεται από τις προτεραιότητες που υπαγορεύουν οι ανάγκες του πιο «σκληρού, του πιο ακραίου και του πιο γκαγκστερικού καπιταλισμού». Οι αναλυτικές θεματικές με τις οποίες θα ασχοληθεί η Επιτροπή είναι στη δική της κρίση. Μπορεί να επεκταθεί και να εμβαθύνει όσο επιθυμεί, στη βάση της ισότιμης και συντροφικής λειτουργίας των μελών της.
Μπορούν ωστόσο ενδεικτικά να προσδιοριστούν ορισμένοι ενδεικτικοί θεματικοί κύκλοι εργασίας: • Το Σύνταγμα και η συνταγματική πολιτική,
• Το πολιτικό σύστημα και η λειτουργία του,
• Κεντρικό Κράτος ή αποκεντρωμένο με ισχυρή εκλεγμένη αυτοδιοίκηση
• Οι εργασιακές σχέσεις και τα δικαιώματα του κόσμου της εργασίας,
• Το πλαίσιο των Δικαιωμάτων και η διασφάλισή τους στη σημερινή περίοδο κρίσης της Δημοκρατίας,
• Το ζήτημα της Εθνικής Κυριαρχίας και των διεθνών σχέσεων της χώρας.
Στην επιτροπή έχουν κληθεί να συμμετέχουν οι : Ασημακόπουλος Βασίλης, Δικηγόρος Βερναρδάκης Χριστόφορος, Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, ΑΠΘ Γεωργαντάς Ηλίας, Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, Πανεπιστήμιο Κρήτης Δοξιάδης Κύρκος, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης, Πανεπιστήμιο Αθηνών Δουζίνας Κώστας, Αντιπρύτανης Κολεγίου Birkdeck, Πανεπιστήμιο Λονδίνου, Πρόεδρος Ινστιτούτου για τις Ανθρωπιστικές Σπουδές. Καζάκος Άρις, Καθηγητής Εργατικού Δικαίου Νομικής Σχολής, ΑΠΘ Καμτσίδου Ιφιγένεια, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου, ΑΠΘ Καραμεσίνη Μαρία, Καθηγήτρια Οικονομικών της Εργασίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κασιμάτης Γιώργος, Ομότιμος Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Πανεπιστήμιο Αθηνών Κατρούγκαλος Γιώργος, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Κουζέλης Μάκης, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης & Δημόσιας Διοίκησης, Πανεπιστήμιο Αθηνών Κουζής Γιάννης, Καθηγητής Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής Κωνσταντακόπουλος Σταύρος, Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Θεωρίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κωνσταντόπουλος Νίκος, Δικηγόρος, πρώην Πρόεδρος ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ Μανιάτης Γιώργος, Καθηγητής Πολιτικής και Ηθικής Θεωρίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών Μουδόπουλος Σταύρος, Αφυπ. Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Νομικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών Μπρεδήμας Αντώνης, Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου Νομικής Αθηνών Νικολακόπουλος Ηλίας, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης, Πανεπιστήμιο Αθηνών Νικολόπουλος Ηλίας, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης, Πάντειο Πανεπιστήμιο Παρασκευόπουλος Νίκος, Καθηγητής Νομικής ΑΠΘ Περράκης Στέλιος, Καθηγητής Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεσμών, Πάντειο Πανεπιστήμιο Πλειός Γιώργος, Καθηγητής και Πρόεδρος στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ, Πανεπιστήμιο Αθηνών Ρεθυμιωτάκη Ελένη, Επίκουρη Καθηγήτρια Νομικής Αθηνών Ρήγος Άλκης, Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, Πάντειο Πανεπιστήμιο Σπουρδαλάκης Μιχάλης, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, Πανεπιστήμιο Αθηνών Σταμάτης Κώστας, Καθηγητής Νομικής, Φιλοσοφία του Δικαίου, ΑΠΘ Τραυλός – Τζανετάτος Δημήτρης, Ομότιμος Καθηγητής Εργατικού Δικαίου, Πανεπιστήμιο Αθηνών Τσουκαλάς Κωνσταντίνος, Ομότιμος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αθηνών Φούσκας Βασίλης, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων, Πανεπιστήμιο Ρίτσμοντ Αγγλία Χριστόπουλος Δημήτρης, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, Πάντειο Πανεπιστήμιο Χρυσόγονος Κώστας, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Νομική Σχολή ΑΠΘ Χριστοδουλοπούλου Τασούλα, Δικηγόρος Ψύλλα Μαριάννα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πολιτικής Επικοινωνίας & Ανάλυση του Πολιτικού Λόγου, Πάντειο Πανεπιστήμιο
ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΤΣΙΠΡΑ: Αγαπητές φίλες, Αγαπητοί φίλοι, Θέλω καταρχήν να σας ευχαριστήσω για την αποδοχή της πρόσκλησης εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ να παραβρεθείτε σήμερα εδώ, στο χώρο της Βουλής και, κυρίως να αποδεχτείτε τη συμμετοχή σας σε μία Ομάδα Εργασίας που αναλάβαμε την πρωτοβουλία σήμερα συγκροτήσουμε για την μελέτη των απαραίτητων, αναγκαίων εκείνων μεταρρυθμίσεων στο Κράτος, στο Πολιτικό Σύστημα και στο Σύνταγμα. Η εξαιρετικά κρίσιμη περίοδος που διανύει η χώρα, μας επιβάλλει το καθήκον να ανοίξουμε συντεταγμένα και σε ολόκληρο το εύρος της, μια μεγάλη συζήτηση για το πολιτικό και θεσμικό εποικοδόμημα. Κι αυτό γιατί η οικονομική κρίση και οι πολιτικές διαχείρισης που έχουν ασκηθεί από τις κυρίαρχες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις της χώρας έχουν οδηγήσει πλέον σε ανοικτή κρίση της Δημοκρατίας και, ταυτόχρονα, σε γενικευμένη κρίση αναγνώρισης των κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων. Η αρνητική αυτή εξέλιξη, βεβαίως, δεν μας εκπλήσσει. Η πολιτική της βίαιης αναδιάρθρωσης που επιχειρείται σε βάρος των δυνάμεων της εργασίας είναι μια πολιτική που φέρει έντονα το βάρος της καταστολής. Οι «παλαιές» μεταπολιτευτικές πολιτικές της διαχείρισης κοινωνικών συμβολαίων ή συμφωνιών με την κοινωνία ή έστω με κομμάτια της κοινωνίας, εγκαταλείπονται αναγκαστικά και στη θέση τους προβάλλει ένα πολιτικό υβρίδιο, ένα κράμα «ακροδεξιού δογματισμού, νεοφιλελεύθερου φανατισμού και θεσμικού αναλφαβητισμού». Και σε αυτό το πλαίσιο άσκησης της επίσημης πολιτικής καταβαραθρώνεται κάθε έννοια πολιτικής αντιπροσώπευσης. Για αυτό άλλωστε και εδώ που βρισκόμαστε σήμερα, στο χώρο της Βουλής, βιώνουμε, καθημερινά σχεδόν, τον ευτελισμό κάθε συντεταγμένης διαδικασίας πολιτικού ελέγχου και άσκησης κριτικής. Βιώνουμε την ανοιχτή κρίση του κοινοβουλευτισμού. Η οικονομική κρίση είναι και πολιτική κρίση. Για να το διατυπώσουμε ορθότερα, η έκρηξη της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, έκανε πιο απτή την προϋπάρχουσα κρίση της πολιτικής και του πολιτικού συστήματος. Την έκανε «κοινή και εδραιωμένη πεποίθηση». Βεβαίως, οι αναγνώσεις της κρίσης της πολιτικής δεν είναι κοινές για όλους. Στις σημερινές ερμηνείες της κρίσης της πολιτικής παρεισφρύουν ιδεολογήματα και στερεότυπα, επιφανειακές συσχετίσεις, απλοϊκές ερμηνείες. Σε μια συγκεκριμένη οπτική για την «κρίση της πολιτικής» βρίσκει άλλωστε την ιδεολογική του νομιμοποίηση το ρεύμα του ακροδεξιού αυταρχισμού και ακόμα περισσότερο το νεοναζιστικό πολιτικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής. Για το λόγο αυτό εμείς ως Αριστερά, εσείς ως διανοούμενοι, όλοι μαζί ως χώρος ευρείας κοινωνικής συλλογικότητας, απαιτείται να εντείνουμε την ιδεολογική και πολιτική μας παρέμβαση. Να κερδίσουμε πέραν από ψήφους και κάτι πιο κρίσιμο, να κερδίσουμε την μάχη των ιδεών μέσα στην κοινωνία. Να κερδίσουμε αυτό που μας θυμίζει πάντα ο Αντόνιο Γκράμσι, τη μάχη της ηγεμονίας. Κάτι πιο αποφασιστικό από τη μάχη των ψήφων και των εκλογών. Ποια είναι όμως αυτή η «κρίση της πολιτικής» για την οποία γίνεται πολύς λόγος τα τελευταία χρόνια; Πρώτα από όλα είναι η υποχώρηση της ίδιας της πολιτικής έναντι της οικονομίας. Και ειδικότερα, στο θεσμικό πεδίο, η διαρκής υποχώρηση της πολιτικής στην πρωτογενή λήψη αποφάσεων. Και η συστηματική μεταφορά των αποφάσεων στην οικονομική εξουσία, δηλαδή σε έναν εξω-θεσμικό τυπικά χώρο. Όσο κι’αν αυτό αποτέλεσε μια οργανική εξέλιξη του σύγχρονου καπιταλιστικού κράτους, που έδειχνε τις δομικές αλλαγές ισορροπίας μεταξύ πολιτικής και οικονομικής εξουσίας τις τελευταίες δεκαετίες, δεν μπορεί να μην παρατηρήσει κανείς ότι ειδικά στη χώρα μας και με πρόσχημα ή με αφορμή την οικονομική κρίση, η πολιτική και η δημοκρατία υποχώρησαν τόσο πολύ, ώστε σήμερα να αμφισβητείται ακόμα και η πρωτογενής πολιτική βούληση του ελληνικού Κράτους να αποφασίζει αυτόνομα για κρίσιμα εθνικά στρατηγικά ζητήματα. Με δυο λόγια αμφισβητείται η ίδια η κυριαρχία του κράτους που, σε συνάρτηση με την υποχώρηση της δημοκρατίας, συνιστά το ευρύτερο έλλειμμα λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας. Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια του Μνημονίου καταργήθηκε κάθε έννοια ισορροπίας – έστω και ετεροβαρούς – μεταξύ πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Αμφισβητήθηκε και αμφισβητείται δηλαδή η ίδια η Δημοκρατία και ο τυπικός αστικός κοινοβουλευτισμός. Το ίδιο το Σύνταγμα του ’75 έχει σήμερα ξεπεραστεί, από τους ίδιους τους θεσμούς που συγκροτούνται για να το προστατεύουν. Με την κατάργηση δηλαδή του συνόλου σχεδόν των συνταγματικών εγγυήσεων των ατομικών και κοινωνικών ελευθεριών, το ίδιο το Σύνταγμα έχει καταστεί ένα «πουκάμισο αδειανό». Ταυτόχρονα, η σύμφυση των εξουσιών τείνει να ακυρώσει οποιαδήποτε διαδικασία θεσμικής εξισορρόπησης. Τα τελευταία δε τρία χρόνια του Μνημονίου με την «έκτακτη» και «ειδική» νομοθεσία που έχει επιβάλλει το «μνημονιακό παρασύνταγμα» έχει καταπατηθεί σχεδόν κάθε έννοια έννομης τάξης. Γεγονός που ξαναγυρίζει τη χώρα στην εποχή του αλήστου μνήμης του «παρασυντάγματος» της προδικτατορικής εποχής. Και σα να μη φτάνουν όλα αυτά, οι καθεστωτικές δυνάμεις της χώρας, αυτές που έχουν την ευθύνη για αυτή την εκτεταμένη οικονομική καταστροφή των λαϊκών τάξεων και γενικότερα της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία χρόνια, ετοιμάζονται τώρα να δώσουν το τελειωτικό χτύπημα και στο πεδίο των συνταγματικών εγγυήσεων. Ετοιμάζονται να «συνταγματοποιήσουν» το μνημόνιο, δηλαδή να «συνταγματοποιήσουν» την πλήρη καταστροφή του κοινωνικού κράτους και τη λεηλασία του δημόσιου πλούτου από την οικονομική διαπλοκή, ξένη και ντόπια Έχουν θεσμική «ατζέντα», και αυτή καθορίζεται από τις προτεραιότητες που υπαγορεύουν οι ανάγκες του πιο σκληρού, του πιο ακραίου, του πιο «γκανγκστερικού» καπιταλισμού, έναντι της κοινωνικής συνοχής και των αιτημάτων ακόμα και της στοιχειώδους κοινωνικής δικαιοσύνης. Προφανώς εμείς, οι λαϊκές δυνάμεις, η ίδια η κοινωνία δεν θα κάτσει με σταυρωμένα χέρια. Προφανώς και δεν θα τους αφήσουμε! Είναι γελασμένοι αν νομίζουν ότι θα τους αφήσουμε. Ούτε όμως και θα υπερασπιστούμε το υπάρχον. Εμείς από τη μεριά μας -και αναφέρομαι εδώ στο σύνολο των δυνάμεων της αριστεράς και του προοδευτικού κόσμου- χρειάζεται απέναντι στη θεσμική αυτή αποδόμηση να αντιτάξουμε ένα συνολικό πρόγραμμα δημοκρατικής αναγέννησης των πολιτικών και κοινωνικών θεσμών, ένα συνολικό πρόγραμμα δημοκρατίας, κοινωνικής και πολιτικής. Χρειάζεται να αντιτάξουμε μια νέα θεσμική πολιτειακή οργάνωση, με βάση το τρίπτυχο: Ισότητα, Αλληλεγγύη, Δικαιοσύνη. Χρειάζεται να αντιτάξουμε μια ριζική δημοκρατική ανασυγκρότηση στις δομές του πολιτικού συστήματος. Στο επίκεντρο της προσπάθειάς μας είναι: Πρώτον : Να εκπροσωπήσουμε πολιτικά και προγραμματικά τη διευρυμένη κοινωνική συμμαχία των δυνάμεων της εργασίας, η οποία απαιτεί σήμερα την παραγωγική, θεσμική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας, Δεύτερον : Να δημιουργήσουμε ένα μαζικό συμμετοχικό ρεύμα στην προσπάθεια αυτή. Μια μέγιστη κοινωνική ενεργοποίηση, απαραίτητη ώστε κάθε βήμα ανασύνταξης της χώρας να έχει όχι απλώς μια παθητική συναίνεση, αλλά να δίνει ισχυρές προωθήσεις στο πολιτικό υποκείμενο. Με άλλα λόγια, δεν πρέπει να αναζητούμε μόνο ένα «πρόγραμμα», αλλά πολύ περισσότερο ίσως μια μεθοδολογία εμπλοκής των λαϊκών τάξεων, των κοινωνικών υποκειμένων, στο σχεδιασμό και την υλοποίηση αυτού του «προγράμματος». Στόχος μας είναι να ανοίξουμε έγκαιρα μαζί με τους πολίτες, τα κοινωνικά κινήματα, τα δίκτυα αλληλεγγύης, μια πλατειά δημοκρατική συζήτηση για τις θεσμικές πολιτικές αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα. Προφανώς δεν ξεκινάμε από μηδενική βάση. Ο χώρος της Αριστεράς έχει βασικές ιδεολογικές και προγραμματικές κατακτήσεις, που εμπλουτίστηκαν τα τελευταία μνημονιακά χρόνια από τη μαζική αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος, από τα κινήματα των πλατειών και τα διάχυτα αιτήματα για άμεση ενεργητική δημοκρατία των πολιτών.
Έχει θεμελιωθεί, ήδη, μια ισχυρή βάση ιδεολογικών αρχών που αφορούν:
Στην υπεράσπιση και περαιτέρω θωράκιση του δημόσιου χώρου και των δημόσιων αγαθών απέναντι στη νεοφιλελεύθερη βουλιμία της συρρίκνωσης ή και εξαφάνισης κάθε έννοιας «δημοσίου» ή δημόσιου χώρου.
Στην υπεράσπιση και εξασφάλιση της κρατικής περιουσίας και του εθνικού πλούτου απέναντι στην επιχειρούμενη λεηλασία των καπιταλιστικών συμφερόντων.
Στην υπεράσπιση της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών από τη διαρκή επέκταση των ορίων εξουσίας της οικονομικής ιδιωτικής εξουσίας.
Στην κατάκτηση μιας αυτοδιοίκησης που πρέπει να λειτουργεί ως κύτταρο συμμετοχικής αυτοδιεύθυνσης των τοπικών κοινωνιών.
Στην εκ νέου επιβολή της δημοκρατίας στους χώρους εργασίας, εκεί που τα τρία τελευταία χρόνια κορυφώνεται η πιο αντιδραστική επίθεση σε εργασιακά δικαιώματα και η οποία φέρνει την ελληνική κοινωνία δεκαετίες πίσω, αλλά βρίσκεται και σε αντίθεση με αυτό που ονομάζουμε ευρωπαϊκό νομικό κεκτημένο.
Στη διαφύλαξη των βασικών συνταγματικών εγγυήσεων στο πεδίο των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, οι οποίες βάλλονται από τον αυταρχικό κρατισμό της σύγχρονης μνημονιακής καταστολής.
Στην υπεράσπιση της δημόσιας διοίκησης από τον κατακερματισμό των αρμοδιοτήτων της και την αποψίλωση λειτουργικών καθηκόντων που αποδίδονται όλο και περισσότερο στον «ιδιωτικό τομέα». Τέλος, αλλά όχι έσχατο, Στην προστασία της Δημοκρατίας έναντι της οικονομικο-πολιτικής διαπλοκής, αυτής που με αιχμή του δόρατος τα καθεστωτικά Μέσα Ενημέρωσης συντήρησε επί χρόνια ένα εξαρτημένο πολιτικό προσωπικό και βύθισε τη χώρα στον φαύλο κύκλο της πολιτικής διαφθοράς.
Ο δικός μας στόχος, φίλες και φίλοι, είναι να διατυπώσουμε, μαζί με την κοινωνία, ένα συνολικό σχέδιο για τη λειτουργία του Κράτους και του πολιτικού συστήματος. Για την επίτευξη του στόχου αυτού και για ένα όσο το δυνατόν καλύτερο αποτέλεσμα, αναλαμβάνουμε την πρωτοβουλία να συγκροτηθεί σήμερα μια Ομάδα Εργασίας για το Κράτος, το Πολιτικό Σύστημα και το Σύνταγμα, με τη συμμετοχή όλων εσάς, των καταξιωμένων αγωνιστών της γνώσης. Η Ομάδα Εργασίας μπορεί να οργανώνεται με πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, όμως ο στόχος είναι να λειτουργήσει ως ευρεία Επιτροπή της Αριστεράς, του ευρύτερου δημοκρατικού προοδευτικού χώρου, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης ή σημερινής κομματικής απόχρωσης. Η Ομάδα αυτή θα έχει επιτύχει στην αποστολή της όταν στις ιδέες, στις προτάσεις, στο σχέδιό της θα συγχωνεύεται η επιστημονική επάρκεια με την καθημερινή κοινωνική αγωνία των απλών ανθρώπων. Για το λόγο αυτό επιβάλλεται θα έλεγα να λειτουργήσει ευέλικτα μεν, αλλά συγκροτημένα, συντονισμένα και μεθοδικά. Να είναι ανοικτή σε συνεργασίες και με άλλους επιστήμονες, εμπειρογνώμονες, ανθρώπους της γνώσης που δεν ήταν εφικτό να είναι σήμερα κοντά μας, ή και ομάδες επιστημόνων, πολιτών, θεματικών δικτύων, εντύπων κλπ Και να βρίσκεται σε διαρκή επαφή αλλά ταυτόχρονα και σε ανεξαρτησία από τις κομματικές διεργασίες του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Ήδη στην ομάδα αυτή, στον κατάλογο που σας έχει διανεμηθεί συμμετέχει με διττό ρόλο θα έλεγα η Τασία Χριστοδουλοπούλου, και ως επιστήμονας αλλά και ως μέλος της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Στόχο έχουμε επίσης να συμμετέχει και από την πλευρά της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και ο συντονιστής των επιτροπών της Κ.Ο., ο Αλέκος Φλαμπουράρης. Αλλά θα έλεγα ότι για τον καλύτερο συντονισμό όλων αλλά και των επιμέρους ομάδων προτείνουμε να αναλάβει τον συντονισμό αυτό ο Νίκος ο Κωνσταντόπουλος, τον οποίο και ευχαριστώ θερμά για την ανταπόκριση και την αποδοχή μιας δημιουργικής μεν αλλά δύσκολης και χρονοβόρου ευθύνης. Προτείνουμε επίσης ενδεικτικά πέντε θεματικούς κύκλους εργασίας, τους οποίους έχουμε καταρχήν προσδιορίσει : • Το Σύνταγμα και η συνταγματική πολιτική, • Το πολιτικό σύστημα και η λειτουργία του, • Οι εργασιακές σχέσεις και τα δικαιώματα του κόσμου της εργασίας, • Το πλαίσιο των Δικαιωμάτων και η διασφάλισή τους στη σημερινή περίοδο κρίσης της Δημοκρατίας, • Το ζήτημα της Εθνικής Κυριαρχίας και των διεθνών σχέσεων της χώρας. Όμως, οι αναλυτικές θεματικές με τις οποίες θα ασχοληθεί η Επιτροπή δεν είναι δική μας απόφαση. Είναι απόφαση όλων. Εμείς ενδεικτικά κάνουμε μια πρόταση. Μπορεί και να επεκταθεί αυτή η συζήτηση, να εμβαθύνει όσο το επιθυμεί η ίδια η επιτροπή στη βάση της ισότιμης και συντροφικής λειτουργίας των μελών της. Εχουμε μπροστά μας μια πρόκληση ιστορικής σημασίας. Έχουμε την πρόκληση να κάνουμε μια πρωτοφανή πολιτική ανατροπή στη χώρα μας προκειμένου να σταματήσουμε τη καταστροφή που εδώ και τρία χρόνια συντελείται, καταστροφή της οικονομίας, της κοινωνίας και του λαού. Πολλές φορές έχω επισημάνει ότι η ήττα του μνημονιακού μπλοκ διακυβέρνησης και η διαδοχή του από μια πλατιά κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία, με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, ΕΚΜ δεν θα αποτελεί μια απλή κυβερνητική εναλλαγή. Θα αποτελέσει αλλαγή καθεστώτος. Το παλιό διεφθαρμένο και εν πολλοίς υπεύθυνο για την οικονομική, θεσμική και ηθική χρεοκοπία της χώρας καθεστώς, θα το διαδεχθεί μια κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας. Η έκβαση αυτού του ιστορικού διακυβεύματος, μιας νέας μεταπολίτευσης από τα κάτω δηλαδή, μιας πολιτικής ανατροπής που θα φέρει τη σφραγίδα του λαϊκού παράγοντα, δεν θα εξαρτηθεί μόνο από τη δυνατότητά μας να σταθεροποιήσουμε την οικονομία και να αποκαταστήσουμε τις μεγάλες αδικίες. Σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί και από την ικανότητά μας να αντικαταστήσουμε το παλιό και το σάπιο, όλες αυτές τις αποτυχημένες και διάτρητες δομές του πολιτικού μας συστήματος, με νέες υγιείς, σταθερές και αποτελεσματικές. Με δομές που θα προκρίνουν και θα εγγυώνται τη λαϊκή κυριαρχία, το βάθεμα της δημοκρατίας, τη συμμετοχή των πολιτών, τη διαφάνεια, την αξιοκρατία, τη δικαιοσύνη. Σε αυτή λοιπόν τη μεγάλη πρόκληση, δεν μπορούμε να ψάχνουμε απαντήσεις κλεισμένοι στον εαυτό μας. Και κυρίως δεν μπορούμε να ψάχνουμε απαντήσεις χωρίς σχέδιο. Η ιστορία ρίχνει στις πλάτες μας το μείζον εθνικό καθήκον, όχι μόνο της κοινωνικής σωτηρίας και της παραγωγικής ανασυγκρότησης, αλλά και της πολιτικής, θεσμικής και πολιτισμικής αναγέννησης της πατρίδας μας. Υπ΄ αυτή την έννοια, θεωρώ ιδιαίτερα κρίσιμη τη συζήτηση που σήμερα ανοίγουμε. Και δεν έχουμε στόχο να την ανοίξουμε σε έναν κλειστό κύκλο. Την ανοίγουμε πρωτίστως με τους κατόχους της γνώσης, γιατί εμείς δεν θέλουμε να καθοδηγήσουμε τον κόσμο της επιστήμης, αλλά να καθοδηγηθούμε απ΄ αυτόν. Αλλά θέλουμε να την ανοίξουμε πλατιά μέσα στην κοινωνία.. Με την αισιοδοξία της θέλησης που διακρίνει τους αριστερούς, τους δημοκρατικούς πολίτες, τους ανθρώπους του μόχθου που ζουν από την εργασία τους, πιστεύω ότι με τη συμβολή σας και όλων αυτών των ανθρώπων, μπορούμε να καταφέρουμε ένα χειροπιαστό αποτέλεσμα, ένα αποτέλεσμα που θα μπορεί να τύχει άμεσης εφαρμογής και όχι απλά να πετύχουμε το αποτέλεσμα μιας θεωρητικής αναφοράς. Με αυτές τις σκέψεις, θα ήθελα για άλλη μια φορά να σας ευχαριστήσω θερμά για την παρουσία σας και να ευχηθώ καλή επιτυχία στις εργασίες και στην προσπάθειά σας. Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ (θα εκτελεί χρέη συντονιστεί των επιμέρους επιτροπών) Η ελληνική πολιτεία, η Δημοκρατία η κοινωνία και οι πολίτες, ζουν εδώ και καιρό μιαν βασανιστική δοκιμασία ιστορικών διαστάσεων, που αλλάζει καθοριστικά την ίδια την ύπαρξη τους, το παρόν και το μέλλον. Τα κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά, με τα οποία άρχισε η μεταπολίτευση το 1974 έχουν παραμορφωθεί καθώς έχουν καταπλακωθεί από προσχώσεις παλαιοπολιτικών καταλοίπων και μεταπολιτευτικών φερτών υλικών. Aλλά και γιατί έχουν εκφυλιστικά αλλοιωθεί από τον ιδιοτελή επικοινωνιακό και πολιτευτικό παραγοντισμό, γύρω από τα χρηματιστήρια της εξουσίας και τα ανταλλακτήρια της διαπλοκής. Η σημερινή κατάσταση της χώρας, απ’ τη Μεταπολίτευση στην Επιτήρηση, από το Δημοκρατικό Σύνταγμα στο παρασύνταγμα των μνημονίων και του ιδιότυπου καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, θυμίζει όσα περιγράφει ο Νίκος Γκάτσος στην «Ελλαδογραφία του» για την δημοκρατία που γίνεται δημοπρασία. Το κεντρικό πολιτικό πρόβλημα και στη διάρκεια της εικοσαετίας και σήμερα παραμένει το αναξιόπιστο πολιτικό σύστημα και τα διαβρωμένα θεσμικά συστατικά του, που πρέπει ουσιαστικά να παραμεριστούν από τα νέα κομματικά και πολιτικά, θεσμικά και στρατηγικά εργαλεία για την Ελλάδα και τη Δημοκρατία του 21ου αιώνα. Τα κοινωνικά υποκείμενα και οι κοινωνικές συλλογικότητες, που μπορούν να αναδείξουν το νέο θεσμικό και προγραμματικό πλαίσιο, πρέπει να λειτουργούν εσωτερικά και να δρουν στο δημόσιο χώρο, με εντελώς διαφορετικό τρόπο από τον παραδεδομένο τρόπο του κομματισμού και της παραταξιοποίησης των κοινωνικών χώρων, του διχαστικού ανταγωνισμού και του δημαγωγικού λαϊκισμού. Ένα ξεχαρβαλωμένο πολιτικό σκηνικό, πάνω σ’ ένα ρημαγμένο κοινωνικό πεδίο, μέσα σ’ ένα δυσώδη και σκωληκόβρωτο δημόσιο βίο, αυτή είναι η κατάσταση της σημερινής Ελλάδας, που παρά ταύτα πεισματικά εξακολουθεί να διαθέτει δυνάμεις ανανέωσης και δημιουργίας, ασυναγώνιστα συγκριτικά πλεονεκτήματα ανάπτυξης και συλλογικής προόδου, αλλά και αντίστασης στην εκποίηση των υπαρχόντων της, στην ταπείνωση της ύπαρξής της και στην αλλοίωση της ταυτότητάς της, ως χώρα αποικία χρέους. Είναι αυτονόητο και δραστικά αναγκαίο να συνειδητοποιηθεί ότι δεν πρέπει να αναπαλαιωθούν και μεταγγιστούν, στους νέους πολιτικούς καιρούς, όλα εκείνα τα πολιτικά και δομικά αίτια, που προκάλεσαν την εκφυλιστική αποσύνθεση της μεταπολίτευσης. Οι τρεις αναθεωρήσεις του Συντάγματος του 1975, το 1986, το 2001 και 2006, καθώς και οι νομοθετικές πρωτοβουλίες των Κυβερνήσεων προωθήθηκαν για την διευκόλυνση των κατεστημένων λειτουργιών του πελατειακού κομματικού συστήματος και δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις καινούριες συνθήκες της ελληνικής πραγματικότητας, ως μέρος της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, ούτε στα σύγχρονα προβλήματα διακυβέρνησης, ελέγχων, διαχείρισης, και προστασίας των δημοσίων αγαθών, εθνικής στρατηγικής κι ανάπτυξης, σε συνθήκες μεταλλαγμένης δημοκρατίας από την διαπλοκή εξωθεσμικών κέντρων και μέσων επικοινωνίας, κομματοκρατίας και διαφθοράς. Αυτό, άλλωστε, που αποκαλούμε κρίση του πολιτικού συστήματος δεν είναι μια αναπόφευκτη κρίση εξουσίας και κυβερνητικής αποτυχίας, αλλά μια συνολική και έντονη εκφυλιστική αλλοίωση της ίδιας της κοινωνικής και πολιτικής, της συνταγματικής και θεσμικής δομής της Ελληνικής Δημοκρατίας. Δεν είναι μόνον η οικονομική καταβαράρθρωση και η κοινωνική βαρβαρότητα της σκοτεινής ύφεσης και ανεργίας. Χρεοκοπούν όλοι οι τομείς του λεγόμενου πολιτειακού κεφαλαίου, του πνευματικού και ηθικού, του πολιτικού και θεσμικού, του παραγωγικού και πολιτισμικού, που έχουν καίρια σημασία για τη συνοχή, την ταυτότητα και την προοπτική προοδευτικής ανασυγκρότησης. Είναι τραγικό με απρόβλεπτες συνέπειες ότι σήμερα, στην οριακή δοκιμασία των πάντων, που συγκροτούν πατρίδα, κοινωνία και δημοκρατία, το πολιτικό σύστημα που οδήγησε την Ελλάδα στην παρακμή, επιμένει να διαχειρίζεται, με τον ίδιο στερεότυπο τρόπο αυτήν την παρακμή. Κυριαρχεί η επικοινωνιακή, διαχειριστική, παραπολιτική και παραθεσμική πρακτική, ώστε να μην λειτουργούν κατά το Σύνταγμα ούτε η Κυβέρνηση ούτε η Βουλή ούτε η Προεδρεία της Δημοκρατίας. Το συλλογικό ζητούμενο είναι ο διαφορετικός πολιτικός λόγος, γυμνός και κοφτερός, αλλά και ο διαφορετικός τρόπος άσκησης της πολιτικής, διαμόρφωσης της αλληλεγγύης, ανάδειξης της συλλογικότητας και της ριζοσπαστικής παρέμβασης, που θα στηρίζει την κοινωνία και θα την ανασυγκροτεί. Η πολιτική είναι ιστορικός σχεδιασμός για τα μέλλον, διαμορφωτική παρέμβαση, με προγράμματα και αρχές, για να γίνει καλύτερη η πραγματικότητα. Δημοκρατία δεν είναι μόνο η εκλογή βουλευτών, η ανάδειξη κυβερνήσεων, η ανάληψη αξιωμάτων και η υπαλληλοποίηση κομματικών στελεχών. Η Ελλάδα είναι κάτι περισσότερο από τις κομματικές ιστορίες κάτι ουσιαστικότερο από το χρονολόγιο των εκλογών και των γεγονότων, κάτι πολυτιμότερο από τις μυθιστορίες για τους αρχηγούς, τους δελφίνους και τους μανδαρίνους στα εναλλασσόμενα και παγιωμένα συστήματα εξουσίας. Αυτή τη στιγμή που στην πατρίδα μας γίνεται κοινωνικός και πολιτικός σεισμός, από τον τελευταίο εκλεγμένο εκπρόσωπο μέχρι τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όλοι μπορούν να ασκήσουν τη δυναμική της άμεσης παρέμβασης, για να διαμορφώσουν μια νέα αντίληψη συλλογικής πολιτικής αποστολής και προοπτικής, έξω από αιχμαλωσίες και δουλείες δικομματικών συσχετισμών και παρασκηνίων. Η συζήτηση δεν πρέπει να είναι θεωρητική. Η γενίκευση υπεραπλουστεύει, αποπροσανατολίζει και συγκαλύπτει. Επιβάλλεται να γίνουν, με αυστηρό τρόπο, οι αναγκαίες διευκρινίσεις: Δεν είμαστε όλοι ίδιοι, μέσα στο ίδιο σακί. Δεν έχουμε όλοι τις ίδιες ευθύνες. Δεν λέγαμε τα ίδια πράγματα ούτε όλοι θέλαμε τα ίδια τις προηγούμενες δεκαετίες. Δεν λειτουργήσαμε όλοι με τον ίδιο τρόπο. Δεν είναι δυνατόν κανείς να μην λογοδοτεί για τίποτε και οι ηγεσίες της αποτυχίας να αυτοαναγορεύονται σε καθοδηγητές σωτηρίας. Έχει τεράστια ηθική και κοινωνική απήχηση το τι λέει ο καθένας σήμερα και πώς αναλαμβάνει τις ευθύνες για το τι έλεγε και έπραττε χθες. Αυτό είναι το πρόβλημα της Ελληνικής πολιτικής ευθύνης, μακριά από θεατρινισμούς ανέξοδης αυτοκριτικής και δημαγωγίες περί κρίσης. Όσο καταιγιστικές είναι οι εξελίξεις, τόσο δραστικοί πρέπει να είναι και οι διαρθρωτικοί, θεσμικοί και πολιτικοί μετασχηματισμοί. Επειδή πια ο δημόσιος βίος πορεύεται με το νόμο της αδράνειας πρέπει αποφασιστικά να ανοίξει ο δρόμος για μια ευρεία και αναθεωρητική διαδικασία στα όρια της συντακτικής εθνοσυνέλευσης όπως θα λέγαμε άλλοτε.
Από ....... left
Συγγραφέας: left.gr
Η ομιλία του Προέδρου της Κ.Ο του ΣΥΡΙΖΑ - ΕΚΜ στη συνεδρίαση της Επιτροπής εργασίας σχετικά με τις αλλαγές στο κράτος και το πολιτικό σύστημα Την πρωτοβουλία αυτή την ανέλαβε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ και ο Πρόεδρος της Αλέξης Τσίπρας, με στόχο τη διατύπωση ενός συνολικού σχεδίου αλλαγών σε ολόκληρο το θεσμικό φάσμα. Δείτε την ομιλία σε βίντεο (σχεδόν από την έναρξή της):
Όπως υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας στην ομιλία που εκφώνησε για τη συγκρότηση επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με τις αλλαγές στο κράτος και το πολιτικό σύστημα, "τα τελευταία τρία χρόνια του Μνημονίου, δεδομένης της έκτακτης και ειδικής νομοθεσίας που έχει επιβάλει το «μνημονιακό παρασύνταγμα», έχει καταπατηθεί σχεδόν κάθε έννομη τάξη". Παράλληλα, ο επεσήμανε πως η κυβέρνηση έχει μια θεσμική ατζέντα και αυτή καθορίζεται από τις προτεραιότητες που υπαγορεύουν οι ανάγκες του πιο «σκληρού, του πιο ακραίου και του πιο γκαγκστερικού καπιταλισμού». Οι αναλυτικές θεματικές με τις οποίες θα ασχοληθεί η Επιτροπή είναι στη δική της κρίση. Μπορεί να επεκταθεί και να εμβαθύνει όσο επιθυμεί, στη βάση της ισότιμης και συντροφικής λειτουργίας των μελών της.
Μπορούν ωστόσο ενδεικτικά να προσδιοριστούν ορισμένοι ενδεικτικοί θεματικοί κύκλοι εργασίας: • Το Σύνταγμα και η συνταγματική πολιτική,
• Το πολιτικό σύστημα και η λειτουργία του,
• Κεντρικό Κράτος ή αποκεντρωμένο με ισχυρή εκλεγμένη αυτοδιοίκηση
• Οι εργασιακές σχέσεις και τα δικαιώματα του κόσμου της εργασίας,
• Το πλαίσιο των Δικαιωμάτων και η διασφάλισή τους στη σημερινή περίοδο κρίσης της Δημοκρατίας,
• Το ζήτημα της Εθνικής Κυριαρχίας και των διεθνών σχέσεων της χώρας.
Στην επιτροπή έχουν κληθεί να συμμετέχουν οι : Ασημακόπουλος Βασίλης, Δικηγόρος Βερναρδάκης Χριστόφορος, Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, ΑΠΘ Γεωργαντάς Ηλίας, Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, Πανεπιστήμιο Κρήτης Δοξιάδης Κύρκος, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης, Πανεπιστήμιο Αθηνών Δουζίνας Κώστας, Αντιπρύτανης Κολεγίου Birkdeck, Πανεπιστήμιο Λονδίνου, Πρόεδρος Ινστιτούτου για τις Ανθρωπιστικές Σπουδές. Καζάκος Άρις, Καθηγητής Εργατικού Δικαίου Νομικής Σχολής, ΑΠΘ Καμτσίδου Ιφιγένεια, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου, ΑΠΘ Καραμεσίνη Μαρία, Καθηγήτρια Οικονομικών της Εργασίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κασιμάτης Γιώργος, Ομότιμος Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Πανεπιστήμιο Αθηνών Κατρούγκαλος Γιώργος, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Κουζέλης Μάκης, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης & Δημόσιας Διοίκησης, Πανεπιστήμιο Αθηνών Κουζής Γιάννης, Καθηγητής Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής Κωνσταντακόπουλος Σταύρος, Επίκουρος Καθηγητής Πολιτικής Θεωρίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κωνσταντόπουλος Νίκος, Δικηγόρος, πρώην Πρόεδρος ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ Μανιάτης Γιώργος, Καθηγητής Πολιτικής και Ηθικής Θεωρίας, Πανεπιστήμιο Αθηνών Μουδόπουλος Σταύρος, Αφυπ. Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Νομικής, Πανεπιστήμιο Αθηνών Μπρεδήμας Αντώνης, Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου Νομικής Αθηνών Νικολακόπουλος Ηλίας, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης, Πανεπιστήμιο Αθηνών Νικολόπουλος Ηλίας, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης, Πάντειο Πανεπιστήμιο Παρασκευόπουλος Νίκος, Καθηγητής Νομικής ΑΠΘ Περράκης Στέλιος, Καθηγητής Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεσμών, Πάντειο Πανεπιστήμιο Πλειός Γιώργος, Καθηγητής και Πρόεδρος στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ, Πανεπιστήμιο Αθηνών Ρεθυμιωτάκη Ελένη, Επίκουρη Καθηγήτρια Νομικής Αθηνών Ρήγος Άλκης, Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, Πάντειο Πανεπιστήμιο Σπουρδαλάκης Μιχάλης, Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, Πανεπιστήμιο Αθηνών Σταμάτης Κώστας, Καθηγητής Νομικής, Φιλοσοφία του Δικαίου, ΑΠΘ Τραυλός – Τζανετάτος Δημήτρης, Ομότιμος Καθηγητής Εργατικού Δικαίου, Πανεπιστήμιο Αθηνών Τσουκαλάς Κωνσταντίνος, Ομότιμος Καθηγητής, Πανεπιστήμιο Αθηνών Φούσκας Βασίλης, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων, Πανεπιστήμιο Ρίτσμοντ Αγγλία Χριστόπουλος Δημήτρης, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, Πάντειο Πανεπιστήμιο Χρυσόγονος Κώστας, Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Νομική Σχολή ΑΠΘ Χριστοδουλοπούλου Τασούλα, Δικηγόρος Ψύλλα Μαριάννα, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πολιτικής Επικοινωνίας & Ανάλυση του Πολιτικού Λόγου, Πάντειο Πανεπιστήμιο
ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΤΣΙΠΡΑ: Αγαπητές φίλες, Αγαπητοί φίλοι, Θέλω καταρχήν να σας ευχαριστήσω για την αποδοχή της πρόσκλησης εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ να παραβρεθείτε σήμερα εδώ, στο χώρο της Βουλής και, κυρίως να αποδεχτείτε τη συμμετοχή σας σε μία Ομάδα Εργασίας που αναλάβαμε την πρωτοβουλία σήμερα συγκροτήσουμε για την μελέτη των απαραίτητων, αναγκαίων εκείνων μεταρρυθμίσεων στο Κράτος, στο Πολιτικό Σύστημα και στο Σύνταγμα. Η εξαιρετικά κρίσιμη περίοδος που διανύει η χώρα, μας επιβάλλει το καθήκον να ανοίξουμε συντεταγμένα και σε ολόκληρο το εύρος της, μια μεγάλη συζήτηση για το πολιτικό και θεσμικό εποικοδόμημα. Κι αυτό γιατί η οικονομική κρίση και οι πολιτικές διαχείρισης που έχουν ασκηθεί από τις κυρίαρχες κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις της χώρας έχουν οδηγήσει πλέον σε ανοικτή κρίση της Δημοκρατίας και, ταυτόχρονα, σε γενικευμένη κρίση αναγνώρισης των κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων. Η αρνητική αυτή εξέλιξη, βεβαίως, δεν μας εκπλήσσει. Η πολιτική της βίαιης αναδιάρθρωσης που επιχειρείται σε βάρος των δυνάμεων της εργασίας είναι μια πολιτική που φέρει έντονα το βάρος της καταστολής. Οι «παλαιές» μεταπολιτευτικές πολιτικές της διαχείρισης κοινωνικών συμβολαίων ή συμφωνιών με την κοινωνία ή έστω με κομμάτια της κοινωνίας, εγκαταλείπονται αναγκαστικά και στη θέση τους προβάλλει ένα πολιτικό υβρίδιο, ένα κράμα «ακροδεξιού δογματισμού, νεοφιλελεύθερου φανατισμού και θεσμικού αναλφαβητισμού». Και σε αυτό το πλαίσιο άσκησης της επίσημης πολιτικής καταβαραθρώνεται κάθε έννοια πολιτικής αντιπροσώπευσης. Για αυτό άλλωστε και εδώ που βρισκόμαστε σήμερα, στο χώρο της Βουλής, βιώνουμε, καθημερινά σχεδόν, τον ευτελισμό κάθε συντεταγμένης διαδικασίας πολιτικού ελέγχου και άσκησης κριτικής. Βιώνουμε την ανοιχτή κρίση του κοινοβουλευτισμού. Η οικονομική κρίση είναι και πολιτική κρίση. Για να το διατυπώσουμε ορθότερα, η έκρηξη της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας, έκανε πιο απτή την προϋπάρχουσα κρίση της πολιτικής και του πολιτικού συστήματος. Την έκανε «κοινή και εδραιωμένη πεποίθηση». Βεβαίως, οι αναγνώσεις της κρίσης της πολιτικής δεν είναι κοινές για όλους. Στις σημερινές ερμηνείες της κρίσης της πολιτικής παρεισφρύουν ιδεολογήματα και στερεότυπα, επιφανειακές συσχετίσεις, απλοϊκές ερμηνείες. Σε μια συγκεκριμένη οπτική για την «κρίση της πολιτικής» βρίσκει άλλωστε την ιδεολογική του νομιμοποίηση το ρεύμα του ακροδεξιού αυταρχισμού και ακόμα περισσότερο το νεοναζιστικό πολιτικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής. Για το λόγο αυτό εμείς ως Αριστερά, εσείς ως διανοούμενοι, όλοι μαζί ως χώρος ευρείας κοινωνικής συλλογικότητας, απαιτείται να εντείνουμε την ιδεολογική και πολιτική μας παρέμβαση. Να κερδίσουμε πέραν από ψήφους και κάτι πιο κρίσιμο, να κερδίσουμε την μάχη των ιδεών μέσα στην κοινωνία. Να κερδίσουμε αυτό που μας θυμίζει πάντα ο Αντόνιο Γκράμσι, τη μάχη της ηγεμονίας. Κάτι πιο αποφασιστικό από τη μάχη των ψήφων και των εκλογών. Ποια είναι όμως αυτή η «κρίση της πολιτικής» για την οποία γίνεται πολύς λόγος τα τελευταία χρόνια; Πρώτα από όλα είναι η υποχώρηση της ίδιας της πολιτικής έναντι της οικονομίας. Και ειδικότερα, στο θεσμικό πεδίο, η διαρκής υποχώρηση της πολιτικής στην πρωτογενή λήψη αποφάσεων. Και η συστηματική μεταφορά των αποφάσεων στην οικονομική εξουσία, δηλαδή σε έναν εξω-θεσμικό τυπικά χώρο. Όσο κι’αν αυτό αποτέλεσε μια οργανική εξέλιξη του σύγχρονου καπιταλιστικού κράτους, που έδειχνε τις δομικές αλλαγές ισορροπίας μεταξύ πολιτικής και οικονομικής εξουσίας τις τελευταίες δεκαετίες, δεν μπορεί να μην παρατηρήσει κανείς ότι ειδικά στη χώρα μας και με πρόσχημα ή με αφορμή την οικονομική κρίση, η πολιτική και η δημοκρατία υποχώρησαν τόσο πολύ, ώστε σήμερα να αμφισβητείται ακόμα και η πρωτογενής πολιτική βούληση του ελληνικού Κράτους να αποφασίζει αυτόνομα για κρίσιμα εθνικά στρατηγικά ζητήματα. Με δυο λόγια αμφισβητείται η ίδια η κυριαρχία του κράτους που, σε συνάρτηση με την υποχώρηση της δημοκρατίας, συνιστά το ευρύτερο έλλειμμα λαϊκής και εθνικής κυριαρχίας. Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια του Μνημονίου καταργήθηκε κάθε έννοια ισορροπίας – έστω και ετεροβαρούς – μεταξύ πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Αμφισβητήθηκε και αμφισβητείται δηλαδή η ίδια η Δημοκρατία και ο τυπικός αστικός κοινοβουλευτισμός. Το ίδιο το Σύνταγμα του ’75 έχει σήμερα ξεπεραστεί, από τους ίδιους τους θεσμούς που συγκροτούνται για να το προστατεύουν. Με την κατάργηση δηλαδή του συνόλου σχεδόν των συνταγματικών εγγυήσεων των ατομικών και κοινωνικών ελευθεριών, το ίδιο το Σύνταγμα έχει καταστεί ένα «πουκάμισο αδειανό». Ταυτόχρονα, η σύμφυση των εξουσιών τείνει να ακυρώσει οποιαδήποτε διαδικασία θεσμικής εξισορρόπησης. Τα τελευταία δε τρία χρόνια του Μνημονίου με την «έκτακτη» και «ειδική» νομοθεσία που έχει επιβάλλει το «μνημονιακό παρασύνταγμα» έχει καταπατηθεί σχεδόν κάθε έννοια έννομης τάξης. Γεγονός που ξαναγυρίζει τη χώρα στην εποχή του αλήστου μνήμης του «παρασυντάγματος» της προδικτατορικής εποχής. Και σα να μη φτάνουν όλα αυτά, οι καθεστωτικές δυνάμεις της χώρας, αυτές που έχουν την ευθύνη για αυτή την εκτεταμένη οικονομική καταστροφή των λαϊκών τάξεων και γενικότερα της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία χρόνια, ετοιμάζονται τώρα να δώσουν το τελειωτικό χτύπημα και στο πεδίο των συνταγματικών εγγυήσεων. Ετοιμάζονται να «συνταγματοποιήσουν» το μνημόνιο, δηλαδή να «συνταγματοποιήσουν» την πλήρη καταστροφή του κοινωνικού κράτους και τη λεηλασία του δημόσιου πλούτου από την οικονομική διαπλοκή, ξένη και ντόπια Έχουν θεσμική «ατζέντα», και αυτή καθορίζεται από τις προτεραιότητες που υπαγορεύουν οι ανάγκες του πιο σκληρού, του πιο ακραίου, του πιο «γκανγκστερικού» καπιταλισμού, έναντι της κοινωνικής συνοχής και των αιτημάτων ακόμα και της στοιχειώδους κοινωνικής δικαιοσύνης. Προφανώς εμείς, οι λαϊκές δυνάμεις, η ίδια η κοινωνία δεν θα κάτσει με σταυρωμένα χέρια. Προφανώς και δεν θα τους αφήσουμε! Είναι γελασμένοι αν νομίζουν ότι θα τους αφήσουμε. Ούτε όμως και θα υπερασπιστούμε το υπάρχον. Εμείς από τη μεριά μας -και αναφέρομαι εδώ στο σύνολο των δυνάμεων της αριστεράς και του προοδευτικού κόσμου- χρειάζεται απέναντι στη θεσμική αυτή αποδόμηση να αντιτάξουμε ένα συνολικό πρόγραμμα δημοκρατικής αναγέννησης των πολιτικών και κοινωνικών θεσμών, ένα συνολικό πρόγραμμα δημοκρατίας, κοινωνικής και πολιτικής. Χρειάζεται να αντιτάξουμε μια νέα θεσμική πολιτειακή οργάνωση, με βάση το τρίπτυχο: Ισότητα, Αλληλεγγύη, Δικαιοσύνη. Χρειάζεται να αντιτάξουμε μια ριζική δημοκρατική ανασυγκρότηση στις δομές του πολιτικού συστήματος. Στο επίκεντρο της προσπάθειάς μας είναι: Πρώτον : Να εκπροσωπήσουμε πολιτικά και προγραμματικά τη διευρυμένη κοινωνική συμμαχία των δυνάμεων της εργασίας, η οποία απαιτεί σήμερα την παραγωγική, θεσμική και κοινωνική ανασυγκρότηση της χώρας, Δεύτερον : Να δημιουργήσουμε ένα μαζικό συμμετοχικό ρεύμα στην προσπάθεια αυτή. Μια μέγιστη κοινωνική ενεργοποίηση, απαραίτητη ώστε κάθε βήμα ανασύνταξης της χώρας να έχει όχι απλώς μια παθητική συναίνεση, αλλά να δίνει ισχυρές προωθήσεις στο πολιτικό υποκείμενο. Με άλλα λόγια, δεν πρέπει να αναζητούμε μόνο ένα «πρόγραμμα», αλλά πολύ περισσότερο ίσως μια μεθοδολογία εμπλοκής των λαϊκών τάξεων, των κοινωνικών υποκειμένων, στο σχεδιασμό και την υλοποίηση αυτού του «προγράμματος». Στόχος μας είναι να ανοίξουμε έγκαιρα μαζί με τους πολίτες, τα κοινωνικά κινήματα, τα δίκτυα αλληλεγγύης, μια πλατειά δημοκρατική συζήτηση για τις θεσμικές πολιτικές αλλαγές που έχει ανάγκη η χώρα. Προφανώς δεν ξεκινάμε από μηδενική βάση. Ο χώρος της Αριστεράς έχει βασικές ιδεολογικές και προγραμματικές κατακτήσεις, που εμπλουτίστηκαν τα τελευταία μνημονιακά χρόνια από τη μαζική αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος, από τα κινήματα των πλατειών και τα διάχυτα αιτήματα για άμεση ενεργητική δημοκρατία των πολιτών.
Έχει θεμελιωθεί, ήδη, μια ισχυρή βάση ιδεολογικών αρχών που αφορούν:
Στην υπεράσπιση και περαιτέρω θωράκιση του δημόσιου χώρου και των δημόσιων αγαθών απέναντι στη νεοφιλελεύθερη βουλιμία της συρρίκνωσης ή και εξαφάνισης κάθε έννοιας «δημοσίου» ή δημόσιου χώρου.
Στην υπεράσπιση και εξασφάλιση της κρατικής περιουσίας και του εθνικού πλούτου απέναντι στην επιχειρούμενη λεηλασία των καπιταλιστικών συμφερόντων.
Στην υπεράσπιση της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών από τη διαρκή επέκταση των ορίων εξουσίας της οικονομικής ιδιωτικής εξουσίας.
Στην κατάκτηση μιας αυτοδιοίκησης που πρέπει να λειτουργεί ως κύτταρο συμμετοχικής αυτοδιεύθυνσης των τοπικών κοινωνιών.
Στην εκ νέου επιβολή της δημοκρατίας στους χώρους εργασίας, εκεί που τα τρία τελευταία χρόνια κορυφώνεται η πιο αντιδραστική επίθεση σε εργασιακά δικαιώματα και η οποία φέρνει την ελληνική κοινωνία δεκαετίες πίσω, αλλά βρίσκεται και σε αντίθεση με αυτό που ονομάζουμε ευρωπαϊκό νομικό κεκτημένο.
Στη διαφύλαξη των βασικών συνταγματικών εγγυήσεων στο πεδίο των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, οι οποίες βάλλονται από τον αυταρχικό κρατισμό της σύγχρονης μνημονιακής καταστολής.
Στην υπεράσπιση της δημόσιας διοίκησης από τον κατακερματισμό των αρμοδιοτήτων της και την αποψίλωση λειτουργικών καθηκόντων που αποδίδονται όλο και περισσότερο στον «ιδιωτικό τομέα». Τέλος, αλλά όχι έσχατο, Στην προστασία της Δημοκρατίας έναντι της οικονομικο-πολιτικής διαπλοκής, αυτής που με αιχμή του δόρατος τα καθεστωτικά Μέσα Ενημέρωσης συντήρησε επί χρόνια ένα εξαρτημένο πολιτικό προσωπικό και βύθισε τη χώρα στον φαύλο κύκλο της πολιτικής διαφθοράς.
Ο δικός μας στόχος, φίλες και φίλοι, είναι να διατυπώσουμε, μαζί με την κοινωνία, ένα συνολικό σχέδιο για τη λειτουργία του Κράτους και του πολιτικού συστήματος. Για την επίτευξη του στόχου αυτού και για ένα όσο το δυνατόν καλύτερο αποτέλεσμα, αναλαμβάνουμε την πρωτοβουλία να συγκροτηθεί σήμερα μια Ομάδα Εργασίας για το Κράτος, το Πολιτικό Σύστημα και το Σύνταγμα, με τη συμμετοχή όλων εσάς, των καταξιωμένων αγωνιστών της γνώσης. Η Ομάδα Εργασίας μπορεί να οργανώνεται με πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, όμως ο στόχος είναι να λειτουργήσει ως ευρεία Επιτροπή της Αριστεράς, του ευρύτερου δημοκρατικού προοδευτικού χώρου, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης ή σημερινής κομματικής απόχρωσης. Η Ομάδα αυτή θα έχει επιτύχει στην αποστολή της όταν στις ιδέες, στις προτάσεις, στο σχέδιό της θα συγχωνεύεται η επιστημονική επάρκεια με την καθημερινή κοινωνική αγωνία των απλών ανθρώπων. Για το λόγο αυτό επιβάλλεται θα έλεγα να λειτουργήσει ευέλικτα μεν, αλλά συγκροτημένα, συντονισμένα και μεθοδικά. Να είναι ανοικτή σε συνεργασίες και με άλλους επιστήμονες, εμπειρογνώμονες, ανθρώπους της γνώσης που δεν ήταν εφικτό να είναι σήμερα κοντά μας, ή και ομάδες επιστημόνων, πολιτών, θεματικών δικτύων, εντύπων κλπ Και να βρίσκεται σε διαρκή επαφή αλλά ταυτόχρονα και σε ανεξαρτησία από τις κομματικές διεργασίες του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Ήδη στην ομάδα αυτή, στον κατάλογο που σας έχει διανεμηθεί συμμετέχει με διττό ρόλο θα έλεγα η Τασία Χριστοδουλοπούλου, και ως επιστήμονας αλλά και ως μέλος της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Στόχο έχουμε επίσης να συμμετέχει και από την πλευρά της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και ο συντονιστής των επιτροπών της Κ.Ο., ο Αλέκος Φλαμπουράρης. Αλλά θα έλεγα ότι για τον καλύτερο συντονισμό όλων αλλά και των επιμέρους ομάδων προτείνουμε να αναλάβει τον συντονισμό αυτό ο Νίκος ο Κωνσταντόπουλος, τον οποίο και ευχαριστώ θερμά για την ανταπόκριση και την αποδοχή μιας δημιουργικής μεν αλλά δύσκολης και χρονοβόρου ευθύνης. Προτείνουμε επίσης ενδεικτικά πέντε θεματικούς κύκλους εργασίας, τους οποίους έχουμε καταρχήν προσδιορίσει : • Το Σύνταγμα και η συνταγματική πολιτική, • Το πολιτικό σύστημα και η λειτουργία του, • Οι εργασιακές σχέσεις και τα δικαιώματα του κόσμου της εργασίας, • Το πλαίσιο των Δικαιωμάτων και η διασφάλισή τους στη σημερινή περίοδο κρίσης της Δημοκρατίας, • Το ζήτημα της Εθνικής Κυριαρχίας και των διεθνών σχέσεων της χώρας. Όμως, οι αναλυτικές θεματικές με τις οποίες θα ασχοληθεί η Επιτροπή δεν είναι δική μας απόφαση. Είναι απόφαση όλων. Εμείς ενδεικτικά κάνουμε μια πρόταση. Μπορεί και να επεκταθεί αυτή η συζήτηση, να εμβαθύνει όσο το επιθυμεί η ίδια η επιτροπή στη βάση της ισότιμης και συντροφικής λειτουργίας των μελών της. Εχουμε μπροστά μας μια πρόκληση ιστορικής σημασίας. Έχουμε την πρόκληση να κάνουμε μια πρωτοφανή πολιτική ανατροπή στη χώρα μας προκειμένου να σταματήσουμε τη καταστροφή που εδώ και τρία χρόνια συντελείται, καταστροφή της οικονομίας, της κοινωνίας και του λαού. Πολλές φορές έχω επισημάνει ότι η ήττα του μνημονιακού μπλοκ διακυβέρνησης και η διαδοχή του από μια πλατιά κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία, με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, ΕΚΜ δεν θα αποτελεί μια απλή κυβερνητική εναλλαγή. Θα αποτελέσει αλλαγή καθεστώτος. Το παλιό διεφθαρμένο και εν πολλοίς υπεύθυνο για την οικονομική, θεσμική και ηθική χρεοκοπία της χώρας καθεστώς, θα το διαδεχθεί μια κυβέρνηση κοινωνικής σωτηρίας. Η έκβαση αυτού του ιστορικού διακυβεύματος, μιας νέας μεταπολίτευσης από τα κάτω δηλαδή, μιας πολιτικής ανατροπής που θα φέρει τη σφραγίδα του λαϊκού παράγοντα, δεν θα εξαρτηθεί μόνο από τη δυνατότητά μας να σταθεροποιήσουμε την οικονομία και να αποκαταστήσουμε τις μεγάλες αδικίες. Σε μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί και από την ικανότητά μας να αντικαταστήσουμε το παλιό και το σάπιο, όλες αυτές τις αποτυχημένες και διάτρητες δομές του πολιτικού μας συστήματος, με νέες υγιείς, σταθερές και αποτελεσματικές. Με δομές που θα προκρίνουν και θα εγγυώνται τη λαϊκή κυριαρχία, το βάθεμα της δημοκρατίας, τη συμμετοχή των πολιτών, τη διαφάνεια, την αξιοκρατία, τη δικαιοσύνη. Σε αυτή λοιπόν τη μεγάλη πρόκληση, δεν μπορούμε να ψάχνουμε απαντήσεις κλεισμένοι στον εαυτό μας. Και κυρίως δεν μπορούμε να ψάχνουμε απαντήσεις χωρίς σχέδιο. Η ιστορία ρίχνει στις πλάτες μας το μείζον εθνικό καθήκον, όχι μόνο της κοινωνικής σωτηρίας και της παραγωγικής ανασυγκρότησης, αλλά και της πολιτικής, θεσμικής και πολιτισμικής αναγέννησης της πατρίδας μας. Υπ΄ αυτή την έννοια, θεωρώ ιδιαίτερα κρίσιμη τη συζήτηση που σήμερα ανοίγουμε. Και δεν έχουμε στόχο να την ανοίξουμε σε έναν κλειστό κύκλο. Την ανοίγουμε πρωτίστως με τους κατόχους της γνώσης, γιατί εμείς δεν θέλουμε να καθοδηγήσουμε τον κόσμο της επιστήμης, αλλά να καθοδηγηθούμε απ΄ αυτόν. Αλλά θέλουμε να την ανοίξουμε πλατιά μέσα στην κοινωνία.. Με την αισιοδοξία της θέλησης που διακρίνει τους αριστερούς, τους δημοκρατικούς πολίτες, τους ανθρώπους του μόχθου που ζουν από την εργασία τους, πιστεύω ότι με τη συμβολή σας και όλων αυτών των ανθρώπων, μπορούμε να καταφέρουμε ένα χειροπιαστό αποτέλεσμα, ένα αποτέλεσμα που θα μπορεί να τύχει άμεσης εφαρμογής και όχι απλά να πετύχουμε το αποτέλεσμα μιας θεωρητικής αναφοράς. Με αυτές τις σκέψεις, θα ήθελα για άλλη μια φορά να σας ευχαριστήσω θερμά για την παρουσία σας και να ευχηθώ καλή επιτυχία στις εργασίες και στην προσπάθειά σας. Η ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ (θα εκτελεί χρέη συντονιστεί των επιμέρους επιτροπών) Η ελληνική πολιτεία, η Δημοκρατία η κοινωνία και οι πολίτες, ζουν εδώ και καιρό μιαν βασανιστική δοκιμασία ιστορικών διαστάσεων, που αλλάζει καθοριστικά την ίδια την ύπαρξη τους, το παρόν και το μέλλον. Τα κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά, με τα οποία άρχισε η μεταπολίτευση το 1974 έχουν παραμορφωθεί καθώς έχουν καταπλακωθεί από προσχώσεις παλαιοπολιτικών καταλοίπων και μεταπολιτευτικών φερτών υλικών. Aλλά και γιατί έχουν εκφυλιστικά αλλοιωθεί από τον ιδιοτελή επικοινωνιακό και πολιτευτικό παραγοντισμό, γύρω από τα χρηματιστήρια της εξουσίας και τα ανταλλακτήρια της διαπλοκής. Η σημερινή κατάσταση της χώρας, απ’ τη Μεταπολίτευση στην Επιτήρηση, από το Δημοκρατικό Σύνταγμα στο παρασύνταγμα των μνημονίων και του ιδιότυπου καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, θυμίζει όσα περιγράφει ο Νίκος Γκάτσος στην «Ελλαδογραφία του» για την δημοκρατία που γίνεται δημοπρασία. Το κεντρικό πολιτικό πρόβλημα και στη διάρκεια της εικοσαετίας και σήμερα παραμένει το αναξιόπιστο πολιτικό σύστημα και τα διαβρωμένα θεσμικά συστατικά του, που πρέπει ουσιαστικά να παραμεριστούν από τα νέα κομματικά και πολιτικά, θεσμικά και στρατηγικά εργαλεία για την Ελλάδα και τη Δημοκρατία του 21ου αιώνα. Τα κοινωνικά υποκείμενα και οι κοινωνικές συλλογικότητες, που μπορούν να αναδείξουν το νέο θεσμικό και προγραμματικό πλαίσιο, πρέπει να λειτουργούν εσωτερικά και να δρουν στο δημόσιο χώρο, με εντελώς διαφορετικό τρόπο από τον παραδεδομένο τρόπο του κομματισμού και της παραταξιοποίησης των κοινωνικών χώρων, του διχαστικού ανταγωνισμού και του δημαγωγικού λαϊκισμού. Ένα ξεχαρβαλωμένο πολιτικό σκηνικό, πάνω σ’ ένα ρημαγμένο κοινωνικό πεδίο, μέσα σ’ ένα δυσώδη και σκωληκόβρωτο δημόσιο βίο, αυτή είναι η κατάσταση της σημερινής Ελλάδας, που παρά ταύτα πεισματικά εξακολουθεί να διαθέτει δυνάμεις ανανέωσης και δημιουργίας, ασυναγώνιστα συγκριτικά πλεονεκτήματα ανάπτυξης και συλλογικής προόδου, αλλά και αντίστασης στην εκποίηση των υπαρχόντων της, στην ταπείνωση της ύπαρξής της και στην αλλοίωση της ταυτότητάς της, ως χώρα αποικία χρέους. Είναι αυτονόητο και δραστικά αναγκαίο να συνειδητοποιηθεί ότι δεν πρέπει να αναπαλαιωθούν και μεταγγιστούν, στους νέους πολιτικούς καιρούς, όλα εκείνα τα πολιτικά και δομικά αίτια, που προκάλεσαν την εκφυλιστική αποσύνθεση της μεταπολίτευσης. Οι τρεις αναθεωρήσεις του Συντάγματος του 1975, το 1986, το 2001 και 2006, καθώς και οι νομοθετικές πρωτοβουλίες των Κυβερνήσεων προωθήθηκαν για την διευκόλυνση των κατεστημένων λειτουργιών του πελατειακού κομματικού συστήματος και δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις καινούριες συνθήκες της ελληνικής πραγματικότητας, ως μέρος της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, ούτε στα σύγχρονα προβλήματα διακυβέρνησης, ελέγχων, διαχείρισης, και προστασίας των δημοσίων αγαθών, εθνικής στρατηγικής κι ανάπτυξης, σε συνθήκες μεταλλαγμένης δημοκρατίας από την διαπλοκή εξωθεσμικών κέντρων και μέσων επικοινωνίας, κομματοκρατίας και διαφθοράς. Αυτό, άλλωστε, που αποκαλούμε κρίση του πολιτικού συστήματος δεν είναι μια αναπόφευκτη κρίση εξουσίας και κυβερνητικής αποτυχίας, αλλά μια συνολική και έντονη εκφυλιστική αλλοίωση της ίδιας της κοινωνικής και πολιτικής, της συνταγματικής και θεσμικής δομής της Ελληνικής Δημοκρατίας. Δεν είναι μόνον η οικονομική καταβαράρθρωση και η κοινωνική βαρβαρότητα της σκοτεινής ύφεσης και ανεργίας. Χρεοκοπούν όλοι οι τομείς του λεγόμενου πολιτειακού κεφαλαίου, του πνευματικού και ηθικού, του πολιτικού και θεσμικού, του παραγωγικού και πολιτισμικού, που έχουν καίρια σημασία για τη συνοχή, την ταυτότητα και την προοπτική προοδευτικής ανασυγκρότησης. Είναι τραγικό με απρόβλεπτες συνέπειες ότι σήμερα, στην οριακή δοκιμασία των πάντων, που συγκροτούν πατρίδα, κοινωνία και δημοκρατία, το πολιτικό σύστημα που οδήγησε την Ελλάδα στην παρακμή, επιμένει να διαχειρίζεται, με τον ίδιο στερεότυπο τρόπο αυτήν την παρακμή. Κυριαρχεί η επικοινωνιακή, διαχειριστική, παραπολιτική και παραθεσμική πρακτική, ώστε να μην λειτουργούν κατά το Σύνταγμα ούτε η Κυβέρνηση ούτε η Βουλή ούτε η Προεδρεία της Δημοκρατίας. Το συλλογικό ζητούμενο είναι ο διαφορετικός πολιτικός λόγος, γυμνός και κοφτερός, αλλά και ο διαφορετικός τρόπος άσκησης της πολιτικής, διαμόρφωσης της αλληλεγγύης, ανάδειξης της συλλογικότητας και της ριζοσπαστικής παρέμβασης, που θα στηρίζει την κοινωνία και θα την ανασυγκροτεί. Η πολιτική είναι ιστορικός σχεδιασμός για τα μέλλον, διαμορφωτική παρέμβαση, με προγράμματα και αρχές, για να γίνει καλύτερη η πραγματικότητα. Δημοκρατία δεν είναι μόνο η εκλογή βουλευτών, η ανάδειξη κυβερνήσεων, η ανάληψη αξιωμάτων και η υπαλληλοποίηση κομματικών στελεχών. Η Ελλάδα είναι κάτι περισσότερο από τις κομματικές ιστορίες κάτι ουσιαστικότερο από το χρονολόγιο των εκλογών και των γεγονότων, κάτι πολυτιμότερο από τις μυθιστορίες για τους αρχηγούς, τους δελφίνους και τους μανδαρίνους στα εναλλασσόμενα και παγιωμένα συστήματα εξουσίας. Αυτή τη στιγμή που στην πατρίδα μας γίνεται κοινωνικός και πολιτικός σεισμός, από τον τελευταίο εκλεγμένο εκπρόσωπο μέχρι τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όλοι μπορούν να ασκήσουν τη δυναμική της άμεσης παρέμβασης, για να διαμορφώσουν μια νέα αντίληψη συλλογικής πολιτικής αποστολής και προοπτικής, έξω από αιχμαλωσίες και δουλείες δικομματικών συσχετισμών και παρασκηνίων. Η συζήτηση δεν πρέπει να είναι θεωρητική. Η γενίκευση υπεραπλουστεύει, αποπροσανατολίζει και συγκαλύπτει. Επιβάλλεται να γίνουν, με αυστηρό τρόπο, οι αναγκαίες διευκρινίσεις: Δεν είμαστε όλοι ίδιοι, μέσα στο ίδιο σακί. Δεν έχουμε όλοι τις ίδιες ευθύνες. Δεν λέγαμε τα ίδια πράγματα ούτε όλοι θέλαμε τα ίδια τις προηγούμενες δεκαετίες. Δεν λειτουργήσαμε όλοι με τον ίδιο τρόπο. Δεν είναι δυνατόν κανείς να μην λογοδοτεί για τίποτε και οι ηγεσίες της αποτυχίας να αυτοαναγορεύονται σε καθοδηγητές σωτηρίας. Έχει τεράστια ηθική και κοινωνική απήχηση το τι λέει ο καθένας σήμερα και πώς αναλαμβάνει τις ευθύνες για το τι έλεγε και έπραττε χθες. Αυτό είναι το πρόβλημα της Ελληνικής πολιτικής ευθύνης, μακριά από θεατρινισμούς ανέξοδης αυτοκριτικής και δημαγωγίες περί κρίσης. Όσο καταιγιστικές είναι οι εξελίξεις, τόσο δραστικοί πρέπει να είναι και οι διαρθρωτικοί, θεσμικοί και πολιτικοί μετασχηματισμοί. Επειδή πια ο δημόσιος βίος πορεύεται με το νόμο της αδράνειας πρέπει αποφασιστικά να ανοίξει ο δρόμος για μια ευρεία και αναθεωρητική διαδικασία στα όρια της συντακτικής εθνοσυνέλευσης όπως θα λέγαμε άλλοτε.
Από ....... left