Αναρτήθηκε από .....
Τη δική του άποψη για την κυπριακή κρίση καταθέτει ο διαπρεπής
οικονομολόγος Κώστας Λαπαβίτσας με άρθρο του στο προσωπικό του blog.
Σύμφωνα με τις θέσεις του η λύση που ψήφισε το Eurogroup για την
Κύπρο όχι μόνο θα καταστρέψει την κυπριακή οικονομία αλλά και θα
αναζωπυρώσει την κρίση του ευρώ.
Καταλήγοντας μάλιστα καλεί την κυπριακή ηγεσία να συγκρουστεί με την
Τρόικα και να αποφασίσει να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ισλανδίας που άφησε τις τράπεζές της να χρεοκοπήσουν.
Το πλήρες κείμενο της ανάλυσης του Κώστα Λαπαβίτσα, έχει ως εξής:
Η κρίση της Κύπρου είναι, όπως ήταν και η κρίση της Ισλανδίας και της
Ιρλανδίας, κυρίως τραπεζική κρίση. Η «λύση» που προωθείται από την
τρόικα στην Κύπρο όμως, είναι σαφώς χειρότερη από τις άλλες δύο. Απειλεί
να καταστρέψει την κυπριακή οικονομία και να αναζωπυρώσει την κρίση του
ευρώ.
Το πρόβλημα και στις τρεις αυτές χώρες προήλθε από το χρεοκοπημένο
τραπεζικό σύστημα, καθώς ο δημόσιος τομέας έχει σχετικά χαμηλό χρέος και
δεν ευθύνεται για την κρίση. Η οικονομική καταστροφή προήλθε από τις
τράπεζες, αλλά το βάρος καλείται να το σηκώσει το δημόσιο και η κοινωνία
συνολικά.
Ο τραπεζικός τομέας της Κύπρου έχει περιουσιακά στοιχεία περίπου
οκταπλάσια του ΑΕΠ, όπως και ο ιρλανδικός, ενώ ο ισλανδικός ήταν ακόμη
μεγαλύτερος όταν χτύπησε η κρίση. Στην Ισλανδία οι τράπεζες δανείζονταν
διεθνώς για να παίξουν στις αγορές παραγώγων, ενώ στην Ιρλανδία για να
κερδοσκοπήσουν στα ακίνητα. Στην Κύπρο προσέλκυαν καταθέσεις διεθνώς και
έκαναν μεγάλες τοποθετήσεις σε ελληνικά κρατικά ομόλογα, ενώ δάνεισαν
και σε ελληνικές επιχειρήσεις. Οι ισλανδικές τράπεζες χρεοκόπησαν μετά
την κατάρρευση της Λίμαν Μπράδερς το 2008, οι ιρλανδικές όταν έσκασε η
τεράστια φούσκα ακινήτων το 2008-9 και οι κυπριακές με την ελληνική
κρίση, κυρίως μετά το τραγικό PSI και τα κουρέματα του 2012.
Η τραπεζική κρίση
Τι σημαίνει όμως τραπεζική κρίση; Πού μοιάζουν, αλλά και πού διαφέρουν οι τρεις αυτές χώρες;
Οι τράπεζες είναι εταιρείες με μικρό ποσοστό δικών τους κεφαλαίων.
Κινούνται κυρίως με τα χρήματα άλλων, τα οποία συλλέγουν είτε εκδίδοντας
ομόλογα, είτε δεχόμενες καταθέσεις. Όταν συμβεί τραπεζική κρίση, τα
δάνεια των τραπεζών συνήθως δεν μπορούν να αποπληρωθούν. Αρα οι ζημίες
πρέπει να καλυφθούν από τα δικά τους κεφάλαια. Αυτά όμως δεν επαρκούν.
Η ευνοϊκότερη λύση για τις τράπεζες είναι να λάβουν νέα κεφάλαια από
το κράτος, μεταβιβάζοντας τις ζημίες στους φορολογούμενους και
αυξάνοντας το δημόσιο χρέος. Αλλά μπορεί επίσης να μεταβιβαστούν οι
ζημίες στους μετόχους και τους ομολογιούχους των τραπεζών, όπως
υποτίθεται ότι επιβάλει η οικονομία της αγοράς. Αυτοί που κατέχουν ή
δάνεισαν στις τράπεζες, είναι αυτοί που πρέπει να σηκώσουν το βάρος.
Βασική αρχή είναι να αποφεύγεται η μεταβίβαση των ζημιών στους
καταθέτες, γιατί έτσι πλήττεται η λαϊκή αποταμίευση και η κυκλοφορία του
χρήματος. Ακόμη χειρότερο είναι ότι υποσκάπτεται η εμπιστοσύνη στις
τράπεζες. Αν υπάρξει γενικευμένη ανησυχία, θα εμφανιστεί κίνδυνος
μαζικών αναλήψεων και άρα ολικής κατάρρευσης. Για το λόγο αυτό οι
κυβερνήσεις συνήθως εγγυούνται τις μικρές καταθέσεις.
Ο δρόμος της Ισλανδίας και ο δρόμος της Ιρλανδίας
Η εμπειρία της Ισλανδίας και της Ιρλανδίας είναι καθοριστική, καθώς
δείχνει με σαφή τρόπο δύο διαφορετικούς δρόμους για τη λύση και την
έξοδο από την κρίση. Η Ισλανδία αρνήθηκε να δώσει νέα κεφάλαια στις
τράπεζες και να διογκώσει το δημόσιο χρέος της. Αφησε τις τράπεζες να
χρεοκοπήσουν, αλλά προστάτευσε τους εγχώριους καταθέτες μεταβιβάζοντας
τη ζημία στους μετόχους, τους ομολογιούχους και τους ξένους καταθέτες.
Αντίθετα, η Ιρλανδία χρηματοδότησε αφειδώς τις τράπεζες διογκώνοντας το
δημόσιο χρέος της. Προστάτευσε βέβαια τους καταθέτες, αλλά και τους
μεγάλους ομολογιούχους, που ήταν στην ουσία ξένες τράπεζες.
Η Ισλανδία μπόρεσε να κάνει αυτήν την επιλογή γιατί δεν είναι μέλος
της ΟΝΕ. Μακριά από την τρόικα, η χώρα έδωσε προτεραιότητα στην εγχώρια
οικονομία, έκανε υποτίμηση, επέβαλε έλεγχο στην κίνηση κεφαλαίων και
πέρασε σε σημαντική ανάκαμψη το 2012. Αντίθετα, η Ιρλανδία ακολούθησε
τον δρόμο της τρόικα, το δημόσιο χρέος της γιγαντώθηκε, είναι στον έκτο
χρόνο ύφεσης και οι προοπτικές ανάπτυξης είναι κακές.
Η απαράδεκτη επιλογή για την Κύπρο
Η Κύπρος πήρε το δρόμο της Ιρλανδίας το 2012. Ανέβασε το δημόσιο
δανεισμό της και δέχτηκε τη λιτότητα της τρόικα. Αλλά οι τράπεζες
χρειάζονται ακόμη περίπου 17 δισ. ευρώ. Η τρόικα προτείνει τα 10 δισ. να
προέλθουν από νέο κρατικό δανεισμό και ο κύριος όγκος των υπολοίπων από
τα χρήματα των καταθετών. Οι καταθέτες θα λάβουν μετοχές ίσης
ονομαστικής αξίας, αλλά στην πράξη θα υποστούν ζημία.
Στο δρόμο αυτόν η Κύπρος θα δεχτεί ακόμη αυστηρότερη λιτότητα και το
δημόσιο χρέος της θα ανέβει πάνω από 100% του ΑΕΠ. Η νέα λιτότητα, η
απώλεια καταθέσεων και ο περιορισμός της τραπεζικής ρευστότητας θα
βαθύνουν την ύφεση, που μπορεί να φτάσει και το 5% το 2013. Το
διογκωμένο δημόσιο χρέος σύντομα θα γίνει μη βιώσιμο και μάλλον θα
χρειαστεί νέα «διάσωση» και κούρεμα. Επονται μειώσεις μισθών και
συντάξεων, ενώ θα ανέβει κι άλλο η ανεργία.
Η σοβαρότερη παρενέργεια όμως, είναι η μεταβίβαση του κόστους στις
καταθέσεις. Η τρόικα πήρε αυτήν την απόφαση γιατί δεν ήθελε να διασώσει
τους Ρώσους μεγαλοκαταθέτες των κυπριακών τραπεζών. Πρόκειται για
απίστευτο μέτρο που αντιβαίνει τις βασικές αρχές λειτουργίας των
τραπεζών. Η επιλογή που δόθηκε στην κυπριακή κυβέρνηση είναι απαράδεκτη
και καταστροφική.
Αν το κόστος μεταβιβαστεί εξ ολοκλήρου στους μεγαλοκαταθέτες, η
αναπτυξιακή στρατηγική της Κύπρου να γίνει διεθνές χρηματοπιστωτικό
κέντρο εκμηδενίζεται, καθώς οι κυπριακές τράπεζες θα γίνουν διεθνώς
αναξιόπιστες. Θα υπάρξει απόσυρση καταθέσεων και του εξωτερικού, απώλεια
ρευστότητας, τραπεζική συρρίκνωση και βάθεμα της ύφεσης.
Αν μέρος του κόστους επιβληθεί στους μικροκαταθέτες, όπως αρχικά
σχεδιάστηκε, τα αποτελέσματα θα είναι ακόμη χειρότερα. Η παραβίαση της
κρατικής εγγύησης θα καταστρέψει την εμπιστοσύνη των καταθετών προς τις
τράπεζες, που είναι τελικά και η μόνη πραγματική εγγύηση. Ο κίνδυνος να
επαναληφθεί και σε άλλες χώρες της ΟΝΕ είναι εμφανής.
Η αντίδραση των μικροκαταθετών της Κύπρου ίσως οδηγήσει σε αλλαγή
αυτής απίστευτης απόφασης. Ακόμη κι έτσι όμως, θα υπάρξουν ουρές
καταθετών όταν ξανανοίξουν οι κυπριακές τράπεζες. Παρόμοιος κίνδυνος
υπάρχει και στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες της περιφέρειας που έχουν
χρέη και αδύναμες τράπεζες. Ποιος μπορεί πλέον να είναι βέβαιος για τις
αποταμιεύσεις του; Η εμπιστοσύνη χτίζεται σιγά-σιγά, αλλά καταστρέφεται
με μιας. Το πλήγμα για το τραπεζικό σύστημα είναι μεγάλο και θα
αναζωπυρώσει την κρίση του ευρώ.
Η σκληρή απόφαση της ΕΕ πάρθηκε γιατί κυπριακή οικονομία είναι μόλις
0.2% της Ευρωζώνης, ενώ η Κύπρος έχει μηδαμινή πολιτική στήριξη. Ο
κυνισμός της τρόικα δείχνει ξεκάθαρα πια και για τους πλέον δύσπιστους
ότι όχι μόνο δεν υπάρχει πραγματική αλληλεγγύη στην ΟΝΕ, αλλά ούτε καν
οι ίδιοι κανόνες για όλους. Το αποτέλεσμα σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι να
επιταχυνθεί η αποσύνθεση του ευρώ. Για την Κύπρο όμως τίθεται ευθέως και
θέμα εθνικής υπόστασης, ιδίως λόγω της ιστορικής αδυναμίας της Ελλάδας
την περίοδο αυτή.
Η Κύπρος θα πρέπει να εξετάσει σοβαρά την επιλογή της Ισλανδίας. Αν
δεν θέλει να βουλιάξει οικονομικά, κοινωνικά και ίσως εθνικά, θα πρέπει
να προστατεύσει τους μικρούς καταθέτες και την οικονομία της, αφήνοντας
τις τράπεζες να χρεοκοπήσουν. Θα πρέπει κατόπιν να περάσει σε άλλη
διαδικασία ανάπτυξης, συρρικνώνοντας τον αποτυχημένο και γιγαντιαίο
τραπεζικό τομέα και τονώνοντας το παραγωγικό της δυναμικό.
Για να το κάνει αυτό θα πρέπει έρθει σε σύγκρουση με την Τρόικα,
χωρίς να φοβάται την έξοδο από την ΟΝΕ. Θα πρέπει επίσης να αναζητήσει
επειγόντως νέες γεωπολιτικές συμμαχίες που θα της σταθούν πραγματικά.
Και κυρίως θα χρειαστεί συσπείρωση των λαϊκών στρωμάτων που απειλούνται
άμεσα. Είναι ώρα μεγάλων αποφάσεων για τους Κυπρίους.