Αναρτήθηκε από.... energoipoliteskv.blogsppot.com
Γράφει ο ΚΙΜΠΙ
Είναι σαν να βρίσκεσαι μπροστά στον καθρέφτη.
Ας πούμε πως προβάρεις ένα καινούργιο κουστούμι, και θέλεις να πεις στον ράφτη ότι παρατηρείς μιαν ατέλεια. Το αριστερό πέτο, για παράδειγμα, είναι πιο φαρδύ από το δεξί. «Δίκιο έχετε», λέει ο ράφτης, «αλλά δεν μιλάμε για το αριστερό. Το δεξί πέτο μου βγήκε φαρδύτερο». «Όχι, όχι», επιμένεις εσύ, «το αριστερό έχει το πρόβλημα, δεν είμαι στραβός». Και τότε ο ράφτης, που κοιτάει εσένα κι όχι το είδωλό σου στον καθρέφτη, καταλαβαίνει και κάνει την κρίσιμη ερώτηση: «Το αριστερό όπως το βλέπω εγώ ή όπως το βλέπετε εσείς;» Κι εσύ, αντί απάντησης, απλώς δείχνεις με το χέρι σου το προβληματικό πέτο.
ΚΑΠΩΣ ΕΤΣΙ συμβαίνει στην κλίμακα αξιών – την πολιτική, την οικονομική, την κοινωνική ή την ιδεολογική. Οι άνθρωποι που είναι απόλυτα απορροφημένοι από το είδωλό τους στον καθρέφτη μπερδεύουν όλες τις κλίμακες: την κλίμακα Δεξιάς - Κέντρου -Αριστεράς κι ακόμη περισσότερο την κλίμακα προόδου – συντήρησης - αντίδρασης. Εξ ου και διαθέτουμε μια κυβέρνηση αντιεξουσιαστών στην εξουσία, κατά τον ισχυρισμό του πρωθυπουργού στην παρθενική συνεδρίαση του Υπουργικού του Συμβουλίου πριν από ενάμιση χρόνο, που ωστόσο έχει επιβάλει τόση εξουσία όση δεν γνώρισε ποτέ η χώρα στα μεταπολιτευτικά χρόνια. Ο ισχυρισμός εμπεριέχει, ωστόσο, μια ενδιαφέρουσα ομολογία: ότι οι κοινωνίες και η ανθρωπότητα εν γένει καλό θα είναι σταδιακά να απαλλάσσονται από την εξουσία, διότι η τελευταία τούς προσφέρει κυρίως δεινά. Επομένως, στην κλίμακα προόδου και αντίδρασης, οι αντιεξουσιαστές τείνουν προς την πρώτη, ενώ οι εξουσιαστές μας σπρώχνουν προς τη δεύτερη.
ΩΣΤΟΣΟ, ο απορροφημένος από το είδωλό του στον καθρέφτη παρατηρητής τα μπερδεύει, αν υποθέσουμε ότι είναι απλώς αφηρημένος, και νομίζει ότι είναι επίγονος του Μπακούνιν και απόγονος των κομμουνάρων, ενώ απλώς είναι συνεχιστής του έργου τσάρων, αυτοκρατόρων και θλιβερών διοικητών προτεκτοράτων. Εξάλλου, ανεξάρτητα από το τι βλέπει ο ίδιος στον καθρέφτη, η κίνησή του στη γεωμετρία της πραγματικότητας είναι συγκεκριμένη. Εμπεριέχει πολιτικές και ταξικές επιλογές. Ευνοεί εκείνους και πλήττει τους άλλους. Τείνει στην πρόοδο της ανθρωπότητας (στην απελευθέρωσή της από όσο τον δυνατό περισσότερους καταναγκασμούς) ή στην αντίδραση (στη δημιουργία νέων καταναγκασμών ή στη συντήρηση παλιών). Όπως έγραψε και ο μακαρίτης Χάουαρτν Ζιν στην αυτοβιογραφία του, «δεν μπορείς να είσαι ουδέτερος σε ένα τρένο που κινείται». Και η ανθρωπότητα είναι ένα τρένο που κινείται. Το ερώτημα είναι σε ποια κατεύθυνση το οδηγούμε.
ΜΕ ΤΟ ΕΙΔΩΛΟ ΤΟΥ στον καθρέφτη (του ίδιου και της τάξης του) σάστισε για μια ακόμη φορά ο πρόεδρος του ΣΕΒ. «Αν επικρατήσουν οι ποικιλώνυμες δυνάμεις της αντίδρασης», είπε «με την περικεφαλαία του υπερπατριωτισμού και την προβιά του αντικαπιταλισμού, η Ελλάδα θα καταντήσει μια υποβαθμισμένη τριτοκοσμική χώρα της Νοτιανατολικής Μεσογείου. Κι ο λαός μας θα υποστεί συνέπειες τέτοιες, που θα κάνουν την τωρινή σκληρή εποχή του μνημονίου να μοιάζει με παράδεισο». Το σχήμα του προέδρου του ΣΕΒ είναι απλό αλλά σαφές. Στην πλευρά της αντίδρασης στέκονται οι αντιμνημονιακές δυνάμεις συλλήβδην, με το ένα σκέλος τους να ρέπει στον εθνικισμό και το άλλο στον αντικαπιταλισμό. Στις δυνάμεις της προόδου τάσσονται όσοι υπερασπίζονται το μνημόνιο και απαιτούν «και κάτι παραπάνω από αυτό». Δηλαδή; Ο πρόεδρος του ΣΕΒ είναι αρκετά γλαφυρός στο σημείο αυτό: «Να περάσουμε από τη χρεοκοπημένη μεταπολίτευση των πελατών στη νέα μεταπολίτευση των πολιτών», «να φέρουμε στο προσκήνιο μια κοινωνική εμπροσθοφυλακή με καθαρή συνείδηση των δυσκολιών και των ευθυνών». Αλλά, εκτός από γλαφυρός, είναι και αρκετά ευφυής για να αποφεύγει να συγκεκριμενοποιήσει το μανιφέστο της «προόδου» που εκφράζει. Τον προδίδει, όμως, η επιφυλακτική έστω δήλωση πίστης του στο μνημόνιο. Αν σε αυτό προσθέσουμε κι αυτά που έρχονται, το γαλλογερμανικό Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας, για παράδειγμα, έχουμε μια αρκετά σαφή περιγραφή της «προόδου».
ΠΡΟΟΔΟΣ ΕΙΝΑΙ, λοιπόν, η βίαιη μείωση των μισθών, κατά προτίμηση με την παράκαμψη της συλλογικής διαπραγμάτευσης, ει δυνατόν και με την πλήρη κατάργησή της, όπως προβλέπει το υπό συζήτηση Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας. Πρόοδος είναι ο περιορισμός της κοινωνικής διαπραγμάτευσης στο γήπεδο της μιας πλευράς, της εργοδοτικής, μέσα στους τείχους του εργοστασίου, μακριά από τα αδιάκριτα μάτια των ελεγκτικών θεσμών του κράτους. Πρόοδος είναι να γίνει η διαπραγμάτευση ατομική, κι ακόμη περισσότερο εποχική, ν’ ακολουθεί ο μισθός τον επιχειρηματικό και οικονομικό κύκλο. «Σήμερα έχουμε κεσάτια, δεν έχει μισθό. Αύριο μπορεί να είσαι πιο τυχερός…».
ΠΡΟΟΔΟΣ είναι επίσης να μειωθεί το κόστος των απολύσεων, ακόμα και να καταργηθεί – «γιατί κάθε τόπος κατακτά τη θέση που εξασφαλίζουν οι δημιουργικότεροι πολίτες του, όχι οι κηφήνες του», όπως λέει ο πρόεδρος του ΣΕΒ. Πρόοδος είναι ακόμη η παράταση του εργασιακού βίου πέρα από τα 65 ή και τα 70 (δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο απίστευτη αύξηση της παραγωγικότητας, άρα και της ανταγωνιστικότητας, θα προκύψει όταν οι 70άρηδες ξαναμπούν στις γραμμές παραγωγής και βάλουν φωτιά στους τόρνους και στα πληκτρολόγια…). Πρόοδος είναι να «απελευθερωθεί» η εργασία από τα δεσμά της σταθερής εργάσιμης μέρας και εβδομάδας, να ξεχάσουμε το οκτάωρο και το πενθήμερο, να ξεχάσουμε ακόμα και τις νομικές εγγυήσεις της εργασιακής σχέσης, ν’ αφήσουμε εργαζόμενο κι εργοδότη να τα βρίσκουν κάθε φορά «σαν ίσος προς ίσον» – με την ισότητα ελέφαντα και μυρμηγκιού. Πρόοδος είναι ακόμα να σπάσει ο μισθωτός τα «δεσμά» της εξειδίκευσης, να φανταστεί τον εαυτό του σαν έναν διά βίου καταρτιζόμενο παραγωγό, σήμερα πωλητή, αύριο χειριστή μηχανημάτων, του χρόνου προγραμματιστή PC και του αντίχρονου διανομέα πίτσας. Ο νέος homo universalis της καπιταλιστικής προόδου είναι ένας άνθρωπος απόλυτα ελαστικός, με ακατάπαυστα εναλλασσόμενες ιδιότητες και δεξιότητες, αλλά τελικά χωρίς καμία απ’ αυτές.
ΚΑΙ, ΦΥΣΙΚΑ, πρόοδος είναι τα γνωστά πιεστικά αιτήματα: να μειωθεί η φορολογία των επιχειρήσεων, να διευκολυνθεί η δημιουργία τους, ώστε να ιδρύονται ακόμη και σε 10 δευτερόλεπτα, να εκποιηθεί η δημόσια περιουσία (και ποιος θα την πάρει; Μαντέψτε!) κ.λπ.
ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΟΠΙΑ του δίκιο έχει ο πρόεδρος του ΣΕΒ και η τάξη που εκπροσωπεί. Ο οικονομικός πολιτισμός που οικοδομήθηκε τα μεταπολεμικά χρόνια, βασισμένος σε έναν βαθμό κοινωνικής διαπραγμάτευσης, σε ένα σχετικά σταθερό πλαίσιο προστασίας και αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης και σε ένα «συμβόλαιο» που εξασφάλιζε ταξική ειρήνη και μια στοιχειώδη κοινωνική συνοχή, έχει εξαντλήσει την προωθητική του δύναμη για την πλευρά του κεφαλαίου. Το πιο άπληστο και αδηφάγο τμήμα του ασφυκτιά μέσα στο πλαίσιο αυτό, παρατηρώντας με αγωνία το ποσοστό κέρδους να πιέζεται. Θέλει να σπάσει τις αλυσίδες αυτού του «κοινωνικού συμβολαίου». Και ονομάζει πρόοδο την απελευθέρωσή του απ’ αυτό.
ΚΙ ΑΠ’ ΤΗΝ ΑΛΛΗ, όσοι υπερασπίζονται το consensus αυτό, τα κοινωνικά στρώματα που προσπαθούν να διασώσουν τα λίγα ή πολλά κεκτημένα τους, δικαίως μπορούν να συγκαταλεχθούν στις δυνάμεις της «συντήρησης», διότι επιχειρούν απεγνωσμένα να συντηρήσουν τους όρους της ύπαρξής τους. Λογικό. Αφού η «πρόοδος» μεταφράζεται σε οικονομική υποβάθμιση, κοινωνική περιθωριοποίηση ή και εξόντωσή τους. Αν μάλιστα, πέρα από τη στοιχειώδη άμυνα που οργανώνουν, προβάλουν και κάποια μικρή ή μεγάλη αντεπίθεση ανάκτησης του χαμένου εδάφους, ακόμη και διεύρυνσης δικαιωμάτων -καλύτερες αμοιβές, λιγότερες ώρες δουλειάς, περισσότερες κοινωνικές παροχές-, κάλλιστα μπορούν να συμπεριληφθούν στις δυνάμεις της «αντίδρασης».
ΑΥΤΗ Η ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ της ιστορικής κλίμακας αξιών, η αναστροφή της στο είδωλο του καθρέφτη, δεν είναι βέβαια πρωτοφανής. Οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ χρειάζονται πάντα έναν μύθο πάνω στον οποίο θα θεμελιώσουν τους νέους όρους ηγεμονίας τους, τις νέες συνθήκες υποτέλειας που απαιτούν από τους πληβείους της κοινωνίας. Αλλά, αυτή η μυθοπλασία έχει όρια. Πρώτον, για να γίνει αξιόπιστη, πρέπει να συντηρεί την ελάχιστη προσδοκία των ανθρώπων ότι η θυσία που τους απαιτείται οδηγεί σε ένα νέο επίπεδο ευημερίας. Αυτό ουδόλως περιγράφεται στο όραμα «προόδου» του προέδρου του ΣΕΒ. Δεύτερον -και για να επιστρέψουμε στη μεταφορά του τρένου-, οι μηχανοδηγοί του πρέπει να εμπνέουν την ελάχιστη εμπιστοσύνη στους επιβάτες ότι δεν θα το εκτροχιάσουν ή δεν θα το ρίξουν στον γκρεμό, πράγμα προδιαγεγραμμένο με την πολιτική του μνημονίου. Και στην περίπτωση αυτή το ασφαλέστερο βήμα προόδου είναι απλώς κάποιος να σταματήσει το τρένο.
Γράφει ο ΚΙΜΠΙ
Είναι σαν να βρίσκεσαι μπροστά στον καθρέφτη.
Ας πούμε πως προβάρεις ένα καινούργιο κουστούμι, και θέλεις να πεις στον ράφτη ότι παρατηρείς μιαν ατέλεια. Το αριστερό πέτο, για παράδειγμα, είναι πιο φαρδύ από το δεξί. «Δίκιο έχετε», λέει ο ράφτης, «αλλά δεν μιλάμε για το αριστερό. Το δεξί πέτο μου βγήκε φαρδύτερο». «Όχι, όχι», επιμένεις εσύ, «το αριστερό έχει το πρόβλημα, δεν είμαι στραβός». Και τότε ο ράφτης, που κοιτάει εσένα κι όχι το είδωλό σου στον καθρέφτη, καταλαβαίνει και κάνει την κρίσιμη ερώτηση: «Το αριστερό όπως το βλέπω εγώ ή όπως το βλέπετε εσείς;» Κι εσύ, αντί απάντησης, απλώς δείχνεις με το χέρι σου το προβληματικό πέτο.
ΚΑΠΩΣ ΕΤΣΙ συμβαίνει στην κλίμακα αξιών – την πολιτική, την οικονομική, την κοινωνική ή την ιδεολογική. Οι άνθρωποι που είναι απόλυτα απορροφημένοι από το είδωλό τους στον καθρέφτη μπερδεύουν όλες τις κλίμακες: την κλίμακα Δεξιάς - Κέντρου -Αριστεράς κι ακόμη περισσότερο την κλίμακα προόδου – συντήρησης - αντίδρασης. Εξ ου και διαθέτουμε μια κυβέρνηση αντιεξουσιαστών στην εξουσία, κατά τον ισχυρισμό του πρωθυπουργού στην παρθενική συνεδρίαση του Υπουργικού του Συμβουλίου πριν από ενάμιση χρόνο, που ωστόσο έχει επιβάλει τόση εξουσία όση δεν γνώρισε ποτέ η χώρα στα μεταπολιτευτικά χρόνια. Ο ισχυρισμός εμπεριέχει, ωστόσο, μια ενδιαφέρουσα ομολογία: ότι οι κοινωνίες και η ανθρωπότητα εν γένει καλό θα είναι σταδιακά να απαλλάσσονται από την εξουσία, διότι η τελευταία τούς προσφέρει κυρίως δεινά. Επομένως, στην κλίμακα προόδου και αντίδρασης, οι αντιεξουσιαστές τείνουν προς την πρώτη, ενώ οι εξουσιαστές μας σπρώχνουν προς τη δεύτερη.
ΩΣΤΟΣΟ, ο απορροφημένος από το είδωλό του στον καθρέφτη παρατηρητής τα μπερδεύει, αν υποθέσουμε ότι είναι απλώς αφηρημένος, και νομίζει ότι είναι επίγονος του Μπακούνιν και απόγονος των κομμουνάρων, ενώ απλώς είναι συνεχιστής του έργου τσάρων, αυτοκρατόρων και θλιβερών διοικητών προτεκτοράτων. Εξάλλου, ανεξάρτητα από το τι βλέπει ο ίδιος στον καθρέφτη, η κίνησή του στη γεωμετρία της πραγματικότητας είναι συγκεκριμένη. Εμπεριέχει πολιτικές και ταξικές επιλογές. Ευνοεί εκείνους και πλήττει τους άλλους. Τείνει στην πρόοδο της ανθρωπότητας (στην απελευθέρωσή της από όσο τον δυνατό περισσότερους καταναγκασμούς) ή στην αντίδραση (στη δημιουργία νέων καταναγκασμών ή στη συντήρηση παλιών). Όπως έγραψε και ο μακαρίτης Χάουαρτν Ζιν στην αυτοβιογραφία του, «δεν μπορείς να είσαι ουδέτερος σε ένα τρένο που κινείται». Και η ανθρωπότητα είναι ένα τρένο που κινείται. Το ερώτημα είναι σε ποια κατεύθυνση το οδηγούμε.
ΜΕ ΤΟ ΕΙΔΩΛΟ ΤΟΥ στον καθρέφτη (του ίδιου και της τάξης του) σάστισε για μια ακόμη φορά ο πρόεδρος του ΣΕΒ. «Αν επικρατήσουν οι ποικιλώνυμες δυνάμεις της αντίδρασης», είπε «με την περικεφαλαία του υπερπατριωτισμού και την προβιά του αντικαπιταλισμού, η Ελλάδα θα καταντήσει μια υποβαθμισμένη τριτοκοσμική χώρα της Νοτιανατολικής Μεσογείου. Κι ο λαός μας θα υποστεί συνέπειες τέτοιες, που θα κάνουν την τωρινή σκληρή εποχή του μνημονίου να μοιάζει με παράδεισο». Το σχήμα του προέδρου του ΣΕΒ είναι απλό αλλά σαφές. Στην πλευρά της αντίδρασης στέκονται οι αντιμνημονιακές δυνάμεις συλλήβδην, με το ένα σκέλος τους να ρέπει στον εθνικισμό και το άλλο στον αντικαπιταλισμό. Στις δυνάμεις της προόδου τάσσονται όσοι υπερασπίζονται το μνημόνιο και απαιτούν «και κάτι παραπάνω από αυτό». Δηλαδή; Ο πρόεδρος του ΣΕΒ είναι αρκετά γλαφυρός στο σημείο αυτό: «Να περάσουμε από τη χρεοκοπημένη μεταπολίτευση των πελατών στη νέα μεταπολίτευση των πολιτών», «να φέρουμε στο προσκήνιο μια κοινωνική εμπροσθοφυλακή με καθαρή συνείδηση των δυσκολιών και των ευθυνών». Αλλά, εκτός από γλαφυρός, είναι και αρκετά ευφυής για να αποφεύγει να συγκεκριμενοποιήσει το μανιφέστο της «προόδου» που εκφράζει. Τον προδίδει, όμως, η επιφυλακτική έστω δήλωση πίστης του στο μνημόνιο. Αν σε αυτό προσθέσουμε κι αυτά που έρχονται, το γαλλογερμανικό Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας, για παράδειγμα, έχουμε μια αρκετά σαφή περιγραφή της «προόδου».
ΠΡΟΟΔΟΣ ΕΙΝΑΙ, λοιπόν, η βίαιη μείωση των μισθών, κατά προτίμηση με την παράκαμψη της συλλογικής διαπραγμάτευσης, ει δυνατόν και με την πλήρη κατάργησή της, όπως προβλέπει το υπό συζήτηση Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας. Πρόοδος είναι ο περιορισμός της κοινωνικής διαπραγμάτευσης στο γήπεδο της μιας πλευράς, της εργοδοτικής, μέσα στους τείχους του εργοστασίου, μακριά από τα αδιάκριτα μάτια των ελεγκτικών θεσμών του κράτους. Πρόοδος είναι να γίνει η διαπραγμάτευση ατομική, κι ακόμη περισσότερο εποχική, ν’ ακολουθεί ο μισθός τον επιχειρηματικό και οικονομικό κύκλο. «Σήμερα έχουμε κεσάτια, δεν έχει μισθό. Αύριο μπορεί να είσαι πιο τυχερός…».
ΠΡΟΟΔΟΣ είναι επίσης να μειωθεί το κόστος των απολύσεων, ακόμα και να καταργηθεί – «γιατί κάθε τόπος κατακτά τη θέση που εξασφαλίζουν οι δημιουργικότεροι πολίτες του, όχι οι κηφήνες του», όπως λέει ο πρόεδρος του ΣΕΒ. Πρόοδος είναι ακόμη η παράταση του εργασιακού βίου πέρα από τα 65 ή και τα 70 (δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο απίστευτη αύξηση της παραγωγικότητας, άρα και της ανταγωνιστικότητας, θα προκύψει όταν οι 70άρηδες ξαναμπούν στις γραμμές παραγωγής και βάλουν φωτιά στους τόρνους και στα πληκτρολόγια…). Πρόοδος είναι να «απελευθερωθεί» η εργασία από τα δεσμά της σταθερής εργάσιμης μέρας και εβδομάδας, να ξεχάσουμε το οκτάωρο και το πενθήμερο, να ξεχάσουμε ακόμα και τις νομικές εγγυήσεις της εργασιακής σχέσης, ν’ αφήσουμε εργαζόμενο κι εργοδότη να τα βρίσκουν κάθε φορά «σαν ίσος προς ίσον» – με την ισότητα ελέφαντα και μυρμηγκιού. Πρόοδος είναι ακόμα να σπάσει ο μισθωτός τα «δεσμά» της εξειδίκευσης, να φανταστεί τον εαυτό του σαν έναν διά βίου καταρτιζόμενο παραγωγό, σήμερα πωλητή, αύριο χειριστή μηχανημάτων, του χρόνου προγραμματιστή PC και του αντίχρονου διανομέα πίτσας. Ο νέος homo universalis της καπιταλιστικής προόδου είναι ένας άνθρωπος απόλυτα ελαστικός, με ακατάπαυστα εναλλασσόμενες ιδιότητες και δεξιότητες, αλλά τελικά χωρίς καμία απ’ αυτές.
ΚΑΙ, ΦΥΣΙΚΑ, πρόοδος είναι τα γνωστά πιεστικά αιτήματα: να μειωθεί η φορολογία των επιχειρήσεων, να διευκολυνθεί η δημιουργία τους, ώστε να ιδρύονται ακόμη και σε 10 δευτερόλεπτα, να εκποιηθεί η δημόσια περιουσία (και ποιος θα την πάρει; Μαντέψτε!) κ.λπ.
ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΟΠΙΑ του δίκιο έχει ο πρόεδρος του ΣΕΒ και η τάξη που εκπροσωπεί. Ο οικονομικός πολιτισμός που οικοδομήθηκε τα μεταπολεμικά χρόνια, βασισμένος σε έναν βαθμό κοινωνικής διαπραγμάτευσης, σε ένα σχετικά σταθερό πλαίσιο προστασίας και αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης και σε ένα «συμβόλαιο» που εξασφάλιζε ταξική ειρήνη και μια στοιχειώδη κοινωνική συνοχή, έχει εξαντλήσει την προωθητική του δύναμη για την πλευρά του κεφαλαίου. Το πιο άπληστο και αδηφάγο τμήμα του ασφυκτιά μέσα στο πλαίσιο αυτό, παρατηρώντας με αγωνία το ποσοστό κέρδους να πιέζεται. Θέλει να σπάσει τις αλυσίδες αυτού του «κοινωνικού συμβολαίου». Και ονομάζει πρόοδο την απελευθέρωσή του απ’ αυτό.
ΚΙ ΑΠ’ ΤΗΝ ΑΛΛΗ, όσοι υπερασπίζονται το consensus αυτό, τα κοινωνικά στρώματα που προσπαθούν να διασώσουν τα λίγα ή πολλά κεκτημένα τους, δικαίως μπορούν να συγκαταλεχθούν στις δυνάμεις της «συντήρησης», διότι επιχειρούν απεγνωσμένα να συντηρήσουν τους όρους της ύπαρξής τους. Λογικό. Αφού η «πρόοδος» μεταφράζεται σε οικονομική υποβάθμιση, κοινωνική περιθωριοποίηση ή και εξόντωσή τους. Αν μάλιστα, πέρα από τη στοιχειώδη άμυνα που οργανώνουν, προβάλουν και κάποια μικρή ή μεγάλη αντεπίθεση ανάκτησης του χαμένου εδάφους, ακόμη και διεύρυνσης δικαιωμάτων -καλύτερες αμοιβές, λιγότερες ώρες δουλειάς, περισσότερες κοινωνικές παροχές-, κάλλιστα μπορούν να συμπεριληφθούν στις δυνάμεις της «αντίδρασης».
ΑΥΤΗ Η ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ της ιστορικής κλίμακας αξιών, η αναστροφή της στο είδωλο του καθρέφτη, δεν είναι βέβαια πρωτοφανής. Οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ χρειάζονται πάντα έναν μύθο πάνω στον οποίο θα θεμελιώσουν τους νέους όρους ηγεμονίας τους, τις νέες συνθήκες υποτέλειας που απαιτούν από τους πληβείους της κοινωνίας. Αλλά, αυτή η μυθοπλασία έχει όρια. Πρώτον, για να γίνει αξιόπιστη, πρέπει να συντηρεί την ελάχιστη προσδοκία των ανθρώπων ότι η θυσία που τους απαιτείται οδηγεί σε ένα νέο επίπεδο ευημερίας. Αυτό ουδόλως περιγράφεται στο όραμα «προόδου» του προέδρου του ΣΕΒ. Δεύτερον -και για να επιστρέψουμε στη μεταφορά του τρένου-, οι μηχανοδηγοί του πρέπει να εμπνέουν την ελάχιστη εμπιστοσύνη στους επιβάτες ότι δεν θα το εκτροχιάσουν ή δεν θα το ρίξουν στον γκρεμό, πράγμα προδιαγεγραμμένο με την πολιτική του μνημονίου. Και στην περίπτωση αυτή το ασφαλέστερο βήμα προόδου είναι απλώς κάποιος να σταματήσει το τρένο.