Αναρτήθηκε από.......energoipoliteskv.blogspot.com
Άρθρο της Κατερίνας Μπατζελή στην εφημερίδα ΑΞΙΑ
11/07/2009
Η κυβερνητική δυσπραγία θέτει σε κίνδυνο την ΚΑΠ
Η αγωνία των αγροτών σχετικά με την συνέχιση των μέτρων στήριξης της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) εκφράζεται με το ερώτημα εάν θα συνεχισθούν οι επιδοτήσεις μετά το 2013. Και κάποιος κατανοεί την αγωνία αυτή εφόσον οι έλληνες αγρότες στην πλειοψηφία τους μέχρι σήμερα στηρίζονται με τις άμεσες επιδοτήσεις ενώ δεν υπάρχει μετά την αναθεώρηση της ΚΑΠ (Τεστ Υγείας) εθνική στρατηγική αλλά και ούτε και κάποια ένδειξη εφαρμογής των νέων πολιτικών. Συνεπώς δημιουργείται ένα αίσθημα ανασφάλειας για το τι θα γίνει μετά το 2013, εφόσον στο μεσοδιάστημα ήδη συρρικνώνεται το εισόδημά τους.
Για να εξασφαλισθούν φυσικά τα μέτρα στήριξης, άμεσα αλλά και διαρθρωτικού τύπου, θα πρέπει να αποσαφηνισθεί ποιο θα είναι το ευρωπαϊκό αλλά και εθνικό μοντέλο που θα διαμορφωθεί σταδιακά μέχρι το 2013 και μετέπειτα. Η συζήτηση στα ευρωπαϊκά όργανα καθώς και στις οργανώσεις, συνεταιριστικές και συνδικαλιστικές, των παραγωγών έχει ήδη αρχίσει.
Η μεταρρύθμιση αυτή της ΚΑΠ θα είναι εντελώς διαφορετική από τις προηγούμενες εφόσον υπάρχουν ανοικτά νέα πολιτικά και θεσμικά ζητήματα, με τα οποία θα συνδεθεί η αναθεώρησή της.
Η μεταρρύθμιση της Συνθήκης της Λισαβόνας, εφόσον αυτή επικυρωθεί από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, θα προωθήσει ένα νέο διαθεσμικό διάλογο με ενισχυμένο το ρόλο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Πέραν της διαδικασίας συναπόφασης που εισάγεται, η Επιτροπή Προϋπολογισμού του ΕΚ θα ελέγχει τις αγροτικές δαπάνες, ενώ θα έχει την δυνατότητα να μεταφέρει ετησίως πόρους από τις επιδοτήσεις οι οποίες δεν έχουν δαπανηθεί σε άλλες πολιτικές.
Εξάλλου, λόγω της διατροφικής αλλά και της οικονομικής κρίσης, που αποδυναμώνουν έτσι τη συμφωνία για δημοσιονομική σταθερότητα της ΚΑΠ, έπληξαν ιδιαίτερα την αγροτική οικονομία, υπάρχουν πιέσεις για να εισαχθούν δυναμικά νέες πολιτικές όπως αυτής των μεταλλαγμένων, των βιολογικών αλλά και των βιοκαυσίμων δεύτερης γενιάς. Οι πολιτικές αντιπαραθέσεις μεταξύ των ομάδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα είναι έντονες λόγω των μεγάλων διαφοροποιήσεών τους στα ζητήματα αυτά. Επίσης, ζητήματα νομοθετικού περιεχομένου όπως η διαχείριση των φυτοφαρμάκων και των πολιτικών διαχείρισης των γεωργικών εδαφών θα δημιουργήσουν επιπλοκές στον πολιτικό διάλογο τόσο εντός του Κοινοβουλίου όσο και μεταξύ των θεσμικών οργάνων γιατί βάσει αυτών θα ορισθούν και νέα μέτρα και θα κρίνουν και την ανταγωνιστικότητα των εθνικών γεωργικών τομέων.
Μετά δε την Συνάντηση στην Κοπεγχάγη θα ενισχυθούν τα μέτρα προσαρμογής της ΚΑΠ στις κλιματικές αλλαγές, εισάγοντας ένα νέο σύστημα «ποινικοποίησης» των επιμολυντών, την αλλαγή των καλλιεργητικών μεθόδων. Έτσι σταδιακά θα διαμορφώνεται μία σειρά από νέες αγροτικές πολιτικές που θα ορισθούν και ο τρόπος χρηματοδότησής τους. Και φυσικά, η συγχρηματοδότηση της ΚΑΠ είναι ένα από τα κυοφορούμενα σενάρια εφόσον δίνεται η δυνατότητα σε κάθε κράτος μέλος να επιλέξει πολιτικές - à la carte - ανάλογα με την παραγωγική ιδιομορφία του και να τις χρηματοδοτήσει.
Κατά το μεταβατικό στάδιο δεν διαφαίνεται να γίνουν άμεσες περικοπές επί του συνολικού ποσού στήριξης της ΚΑΠ, που θα φθάνει περίπου το 38% του κοινοτικού προϋπολογισμού. Θα επιδιωχθεί όμως η «αποκάλυψη» της σπατάλης κοινοτικών πόρων προς ένα κοινωνικό στρώμα όπως το αγροτικό, που δεν συμβάλλει αναλόγως στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ήδη οι επιθέσεις από τις Βόρειες Χώρες είναι εμφανείς, οι οποίες προωθούν την ενιαία στρεμματική ενίσχυση σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ως θεωρητική αφετηρία της πολιτικής αυτής χρησιμοποιείται η έντονη στρεμματική διαφοροποίηση που υπάρχει μεταξύ των κρατών μελών. Τα νέα κράτη μέλη λαμβάνουν 20€/στρέμμα κατά μέσο όρο και τα παλαιά κράτη μέλη 30€/στρέμμα. Ενώ η Ελλάδα λαμβάνει 50€/στρέμμα κατατάσσοντας την στις πιο επωφελούμενες χώρες μέλη. Έστω και αν αυτή η πολιτική, της ενιαίας ενίσχυσης δεν είναι εφικτή ούτε να υπολογισθεί αλλά και ούτε να εφαρμοσθεί, δημιουργεί ένα κλίμα ριζικής αναθεώρησης της ΚΑΠ συνοδευόμενη με μειώσεις και αναδιανομές των πόρων μεταξύ των περιφερειών της ΕΕ. Η εξομείωση αυτή είναι εντελώς πλασματική και πρέπει να αντιμετωπισθεί αποφασιστικά, μην αφήνοντας περιθώρια σύγκρισης των στρεμματικών ενισχύσεων μεταξύ των κρατών μελών.
Οι επιδοτήσεις εδόθησαν και δίνονται σε κάθε καλλιέργεια για κάθε χώρα ώστε να αντιμετωπισθούν οι εισοδηματικές ανισότητες που υπάρχουν, να αμβλυνθούν τα αποτελέσματα από την απελευθέρωση της εσωτερικής αγοράς, την κατάργηση των μέτρων εξωτερικής προστασίας όπως δασμοί, κοινοτική προτίμηση κλπ. Η μεγάλη στήριξη καλλιεργειών όπως το βαμβάκι και ο καπνός είχε ένα «αντάλλαγμα». Το άνοιγμα της εσωτερικής αγοράς σε κτηνοτροφικά προϊόντα αλλά και η στασιμότητά της ελληνικής γεωργίας κυρίως σε προϊόντα φυτικής παραγωγής, τα οποία είναι εκτεθειμένα και απροστάτευτα στις αθρόες εισαγωγές, όπως εκείνη των σιτηρών. Επίσης, η απασχόληση στον αγροτικό τομέα στις νότιες περιοχές είναι σχεδόν διπλάσια από εκείνη των βορείων, αιτιολογώντας και βάσει της μεταβλητής αυτής τις υψηλές επιδοτήσεις.
Η μετάβαση από ένα σύστημα στήριξης του προϊόντος και εισοδήματος των αγροτών σε ένα εθνικό ή κοινοτικό σύστημα, ανταμοιβής των γεωργών για την διατήρηση των εδαφών, ανατρέπει ριζικά την οικονομική, κοινωνική και περιφερειακή διάσταση της ΚΑΠ. Και εδώ είναι το κρίσιμο πολιτικό ζήτημα για την επιλογή του τρόπου συμμετοχής της ΚΑΠ στις νέες Δημοσιονομικές Προοπτικές 2014 και μετέπειτα.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από ελληνικής πλευράς η ανατροπή της σημερινής κατανομής των αγροτικών κοινοτικών πόρων στα κράτη μέλη, όταν μάλιστα αυτές οι επιδοτήσεις δεν έχουν μέχρι σήμερα μειώσει τις εισοδηματικές ανισότητες μεταξύ των περιφερειών. Το εισόδημα του γερμανού γεωργού φθάνει στο 130% του μέσου κοινοτικού ενώ το αντίστοιχο εισόδημα του έλληνα αγρότη είναι μόλις το 80%. Το μέσο κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ολλανδία είναι 135% ενώ στην Ελλάδα το 95% του μέσου κοινοτικού ΑΕΠ. Με ποια αιτιολόγηση συνεπώς μπορεί να γίνει μεταφορά πόρων από την Ελλάδα προς π.χ. στην Ολλανδία ή τη Γερμανία; Το μόνο επιχείρημα είναι εκείνο της περικοπής των πόρων στήριξης της ΚΑΠ.
Φυσικά, εκείνο το οποίο προέχει πέραν της πολιτικής δέσμευσης περί σταθεροποίησης των αγροτικών δαπανών είναι η καλύτερη δυνατή εφαρμογή της σημερινής Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, η ενεργοποίηση των νέων μηχανισμών κρίσης που θα ισοσκελίζουν εισοδηματικές απώλειες των γεωργών, η διασφάλιση της διαφάνειας της κατανομής των δικαιωμάτων και αναδιανομής τους, η απλοποίηση όλων των μέτρων του β΄πυλώνα της Αγροτικής Ανάπτυξης, η διαγραφή των επικαλύψεων, σε μέτρα κυρίως περιβαλλοντικού χαρακτήρα που δημιουργούν παράπλευρες απώλειες πόρων, η συγκρότηση συστήματος αντιστάθμισης του υψηλού κόστους των εισροών, η εποπτεία και ο έλεγχος των εισαγωγών έτσι ώστε να μην εμποδίζει την αγορά των ελληνικών προϊόντων.
Επίσης, ο επανέλεγχος και η αξιολόγηση των κατανεμηθέντων δικαιωμάτων 2000-2003 έτσι ώστε οι κάτοχοι των δικαιωμάτων να είναι εκείνοι οι οποίοι παράγουν. Αυτή η διαδικασία είναι σκόπιμο να συνδυασθεί και με την ενίσχυση της κοινωνικής και συνταξιοδοτικής πολιτικής στον αγροτικό τομέα, πολιτικών που μπορεί να αποτελέσουν και κίνητρα για αλλαγή της ηλικιακής διάρθρωσης των απασχολούμενων στον τομέα. Για το πόσοι θα είναι τελικά οι δικαιούχοι των δικαιωμάτων, δηλαδή των επιδοτήσεων, θα κριθεί από την εθνική επιλογή για το ποιό ρόλο θα διαδραματίσει πλέον η αγροτική οικονομία στην εθνική αλλά και την περιφερειακή ανάπτυξη. Τα μέτρα που θα υποστηρίξουν τη νέα αυτή πολιτική δεν είναι απαραίτητο να είναι υποχρεωτικά για όλους, αλλά να αναδιανεμηθούν βάση προτεραιοτήτων. Φυσικά είναι σκόπιμο με την αντικειμενικότητα του συστήματος να ορισθούν και ορισμένα κριτήρια όπως αυτά της απασχόλησης, του μεγέθους της εκμετάλλευσης, της εδαφολογικής θέσης της συνοχής, κλπ.
Δεν υπάρχει πλέον δικαιολογία για την μη προώθηση εθνικής στρατηγικής και εθνικών μέτρων εφόσον σταδιακά η Κοινή Αγροτική Πολιτική μεταφέρει αρμοδιότητες και αποφάσεις στο εθνικό επίπεδο.
Όχι μόνο δεν πρέπει να χαθεί ευκαιρία αυτή αλλά θα πρέπει να διεκδικηθούν πολιτικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο που θα είναι στον πυρήνα του εθνικού μοντέλου αγροτικής ανάπτυξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου